Για υπέρογκες προμήθειες δικάζονται μια γιατρός και εκπρόσωποι εταιρειών εμπορίας ιατρικών υλικών
Στην κρίση της Δικαιοσύνης βρίσκονται οι κατηγορούμενοι για το σκάνδαλο με τις υπέρογκες προμήθειες αντιδραστηρίων στο «Ιπποκράτειο», που επιβάρυνε το δημόσιο με ποσό άνω των 4 εκατ. ευρώ, τη χρονική περίοδο 2007- 2012. Στο εδώλιο του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων κάθονται η πρώην διευθύντρια κι ένας πρώην εργαζόμενος του Εργαστηρίου Ανοσολογίας – Ιστοσυμβατότητας του νοσοκομείου, καθώς επίσης και μέλη ΔΣ και εντεταλμένοι εκπρόσωποι εταιρειών εμπορίας ιατρικών υλικών.
Κατηγορούνται για απιστία στην υπηρεσία εις βάρος ΝΠΔΔ, για συνέργεια και για ηθική αυτουργία στην προηγούμενη πράξη, για νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, κατά περίπτωση. Η βασική κατηγορούμενη – γιατρός και ο συγκατηγορούμενος σύζυγος της φέρονται ότι, το επίδικο χρονικό διάστημα, απέκτησαν ακίνητη περιουσία ύψους 1,1 εκατ. ευρώ που δεν δικαιολογείται από τα εισοδήματα τους.
Η εκδίκαση της υπόθεση ξεκίνησε στις 4 Φεβρουαρίου, με την εξέταση της πρώτης μάρτυρα αλλά διακόπηκε, λόγω παρελεύσεως του ωραρίου και ήδη ορίστηκαν τέσσερις συνεδριάσεις, εντός Φεβρουαρίου και Μαρτίου.
Καταγγελία στον εισαγγελέα Διαφθοράς
Τον Νοέμβριο του 2013, με παραγγελία του Εισαγγελέα Εγκλημάτων Διαφθοράς Θεσσαλονίκης σχηματίστηκε ποινική δικογραφία ενώ προηγήθηκε προκαταρκτική έρευνα από τη Διεύθυνση Ασφαλείας Θεσσαλονίκης για να διερευνηθεί καταγγελία περί ζημιογόνας διαχείρισης κονδυλίων στο εν λόγω νοσοκομειακό εργαστήριο.
Μεταξύ άλλων, στο αποδεικτικό υλικό περιλαμβάνονται οι εκθέσεις ελέγχων του Σώματος Επιθεωρητών Υπηρεσιών Υγείας και Πρόνοιας (ΣΕΥΥΠ) και του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (ΣΔΟΕ). Από την έρευνα προέκυψε ότι, κατά το χρονικό διάστημα 2007- 2012, οι ποσότητες αντιδραστηρίων που προμηθεύτηκε το «Ιπποκράτειο» νοσοκομείο ήταν υπερβολικά μεγαλύτερες των ποσοτήτων που χρησιμοποιήθηκαν για τη διενέργεια συγκεκριμένων εργαστηριακών εξετάσεων. Η συνολική ζημιά που υπέστη το νοσοκομείο υπολογίστηκε σε περισσότερα από 4 εκατ. ευρώ.
Ενδεικτικά αναφέρεται ότι το 2007 το νοσοκομείο προμηθεύτηκε 3.040 αντιδραστήρα και χρησιμοποιήθηκαν μόνο τα 21, δηλαδή προμηθεύτηκε σχεδόν 144 φορές περισσότερα αντιδραστήρια από τον απαιτούμενο αριθμό. Ανάλογα ήταν τα νούμερα και για τα επόμενα χρόνια, μέχρι το 2012. Επίσης, η προμήθεια των αντιδραστηρίων για τη διενέργεια άλλων εργαστηριακών εξετάσεων ήταν υπερδεκαπλάσια της απαιτούμενης. Επιπλέον, προέκυψε ότι η προμήθεια αντιδραστηρίων για εργαστηριακή εξέταση με μία ειδική μέθοδο, από το 2007 έως το 2011, ήταν περιττή. Και αυτό γιατί στη συγκεκριμένη εξέταση χρησιμοποιούνταν άλλη μέθοδος.
Όπως σημείωσε η προανακριτική αρχή καταγράφηκαν ποσότητες που προμηθεύτηκε το εργαστήριο για τις οποίες κανένα μέλος της αρμόδιας επιτροπής δεν γνώριζε για ποιο λόγο παραγγέλθηκαν αφού τα συγκεκριμένα αντιδραστήρια δεν χρησιμοποιήθηκαν σε καμία από τις εξετάσεις που διενεργούσε το εργαστήριο. Βέβαια, στο πλαίσιο της κύριας ανάκρισης, διενεργήθηκε πραγματογνωμοσύνη, από αιματολόγο και δύο τεχνολόγους ιατρικών εργαστηρίων, που κατέδειξε για κάποιους από τους κατηγορούμενους εκπροσώπους των εταιρειών ότι τα αντιδραστήρια χρησιμοποιήθηκαν στις επίδικες ιατρικές εξετάσεις.
Έρευνα στο ηλεκτρονικό αρχείο
Η οικονομική επιβάρυνση του νοσοκομείου, δηλαδή η ζημιά του, προέκυψε από τη διερεύνηση ηλεκτρονικού αρχείου, όπου καταχωρούνται υποχρεωτικά όλες οι διενεργούμενες από το εργαστήριο εξετάσεις και το αποτέλεσμα αυτών. Διαπιστώθηκε ότι οι συγκεκριμένες αναγραφόμενες εργαστηριακές εξετάσεις δεν παραγγέλθηκαν από γιατρό και δεν αξιοποιήθηκαν για τη θεραπεία ασθενών. Οι πλεονάζουσες ποσότητες των αντιδραστηρίων δεν εντοπίστηκαν κατά την έρευνα, δεν προέκυψε η καταστροφή τους μετά το πέρας της ημερομηνίας λήξης, η διάθεση τους σε εργαστήρια άλλων δημοσίων φορέων, ο τρόπος και το σημείο αποθήκευσης τους.
Σύμφωνα με το παραπεμπτικό βούλευμα, η πρώτη κατηγορούμενη – γιατρός, διευθύντρια του Εργαστηρίου ήταν επιφορτισμένη με τον καθορισμό των απαιτούμενων για τις εργασίες του εργαστηρίου ποσοτήτων αντιδραστηρίων και τις σχετικές παραγγελίες. Η ίδια προέβη στο σύνολο των παραγγελιών από το 2007 έως το 2012.
Ο δεύτερος κατηγορούμενος δεν συνδεόταν με οποιαδήποτε εργασιακή (δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου) σχέση, με το νοσοκομείο και ειδικά με το εργαστήριο, αλλά βρισκόταν εντός του χώρου του εργαστηρίου για περισσότερα από 15 χρόνια, διενεργώντας εργαστηριακές εξετάσεις, καταρτίζοντας παραγγελίες προμηθειών αντιδραστηρίων και γενικά μετέχοντας ενεργά στη λειτουργία και τη διαχείριση του εργαστηρίου. Ο συγκεκριμένος κατηγορούμενος προέκυψε ότι μισθοδοτούνταν από φαρμακευτική εταιρεία- προμηθεύτρια του εργαστηρίου, έως και τον Οκτώβριο του 2011. Όταν απολύθηκε από την εταιρεία, παρέμεινε στο εργαστήριο έως τον Ιανουάριο του 2013, οπότε η διοίκηση του νοσοκομείου τον απομάκρυνε, δίχως να προκύπτει η λήψη αμοιβής του καθ’ όλο το χρονικό αυτό διάστημα.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ KARFITSA
Πηγή:www.karfitsa.gr
0 Σχόλια