Ticker

6/recent/ticker-posts

728x90

Ν. Μπλάνης: Τελικά η κατάχρηση εξουσίας του δικαστή συνιστά απλώς «νομική άποψη» και «δικανική κρίση»;;;


1. Το βούλευμα 25/2022 του Δικαστικού Συμβουλίου του Ειδικού Δικαστηρίου για την «σκευωρία Novartis» δημοσιεύθηκε (νύχτα) στις 30-6-2022, λίγο πριν αποχωρήσουν από την υπηρεσία, λόγω ορίου ηλικίας, δύο μέλη του. Η σκευωρία Novartis ήταν, όπως καταγγέλθηκε στη Βουλή, η μεγαλύτερη θεσμική σκευωρία της μεταπολιτευτικής περιόδου, μια οργανωμένη σε υψηλό πολιτικό επίπεδο προσβολή θεμελιωδών αρχών και θεσμών.



2. Οι δικαστές του Δικαστικού Συμβούλιου λένε στο αμετάκλητο βούλευμα ότι: «…από τη συνταγματική διάταξη, που κατοχυρώνει τη λειτουργική και προσωπική ανεξαρτησία, προκύπτει, ότι δεν επιτρέπεται πειθαρχικός και ποινικός έλεγχος των δικαστικών λειτουργιών για τη δικαστική τους κρίση καθεαυτή... Η γνώμη του δικαστή για την ορθότερη νομική άποψη, που ακολούθησε επί ορισμένου ζητήματος σε ορισμένη υπόθεση, ανήκει στον πυρήνα της δικαστικής κρίσεως και συνεπώς δεν μπορεί να του αναζητηθεί γι’ αυτήν ευθύνη, έστω και αν αυτή είναι αντίθετη με την νομολογία και τη νομική διδασκαλία, εφόσον από το σύνολο των συγκεκριμένων περιστάσεων δεν προκύπτει, ότι οφείλεται σε προσωπικό ή άλλο εξωϋπηρεσιακό, θετικό ή αρνητικό ενδιαφέρον του στη συγκεκριμένη υπόθεση… Η δυνατότητα της εκ των υστέρων αναζήτησης ποινικών και πειθαρχικών ευθυνών για τη δικανική πεποίθηση του δικαστή καταλύει την ανεξαρτησία του…».



3. Το ερώτημα, που ευλόγως τίθεται, είναι ποιόν θέλει να προστατεύσει πράγματι η ως άνω κρίση του βουλεύματος; Την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης (που δεν είναι προνόμιο-αυθεντία- αλλά ευθύνη και δέσμευση των δικαστών) ή μήπως τους ίδιους και τον συνάδελφο ακόμη και όταν η γνώμη του «είναι αντίθετη με τη νομολογία και τη νομική διδασκαλία», δεχόμενη, ότι αυτός μπορεί να λέει και να κάνει ότι θέλει, ακόμη και αν αυτό δεν συνάδει με την αρχή του κράτους δικαίου και την ειδικότερη αρχή της ασφάλειας δικαίου; Με απλά λόγια δηλαδή διώκουμε ή όχι όποιον θέλουμε ανεξαρτήτως του αποδεικτικού υλικού της δικογραφίας; Και αυτό συνιστά νομική άποψη και ελεύθερη δικανική κρίση (σαν να πρόκειται για υπόθεση διοικητικής φύσεως); Ακόμη και όταν αυτή μπορεί να είναι αποτέλεσμα πιέσεων και εκβιασμού; Στην ουσία δηλαδή μήπως «καταργείται» το έγκλημα της κατάχρησης εξουσίας για τον εισαγγελικό-δικαστικό λειτουργό; Και αυτό δεν ανοίγει τους ασκούς του Αιόλου ενθαρρύνοντας τυχόν αυθαιρεσίες;;;



4. Η εμπεριστατωμένη δικανική εργασία της ανακρίτριας που διήρκησε πολλούς μήνες και περιλάμβανε αναλυτικά κατηγορητήρια και η 228 σελίδων πρόταση της αντεισαγγελέως του Α.Π. για την παραπομπή των εισαγγελέων ως φυσικών αυτουργών και του Υπουργού ως ηθικού αυτουργού κακουργηματικής κατάχρησης εξουσίας για την υπόθεση Novartis ακυρώνεται από ένα αντίθετο βούλευμα (στη μοναδική διάσκεψη της 26-6-2022), η αιτιολογία του οποίου όχι μόνο δεν είναι πειστική, αλλά αυτοϋπονομεύεται και αυτοαναιρείται. Ταυτόχρονα ακυρώνεται η απόφαση (προανακριτική) της Ολομέλειας της Βουλής. Η προσπάθεια αναζήτησης μιας μεσοβέζικης λύσης (παραπομπή στο Ειδικό Δικαστήριο αλλά για δευτερεύοντα-μάλλον τυπικά- εγκλήματα) δεν σώζει τα προσχήματα και μοιάζει με «ξεκάρφωμα».

5. Τελικά το κρίσιμο ζήτημα δεν είναι οι εσωτερικές πραγματολογικές και δικανικές αντιφάσεις και οι αντικρουόμενες, στερούμενες λογικής και δικανικής συνοχής, θέσεις (όταν αποφαίνεται, ότι δεν υφίσταται ποινική ευθύνη, όταν ταυτόχρονα θεωρεί, ότι πράγματι έλαβαν χώρα παρεμβάσεις, «προτροπές» και απειλές στο έργο εισαγγελέων, που οδήγησαν ως και σε υπό καταναγκασμό παραίτηση, απαιτήσεις για συγκεκριμένες δικανικές ενέργειες, κατασκευή και διοχέτευση αβάσιμων στοιχείων κ.λ.π. με σκοπό τη βλάβη τρίτων) αλλά το γεγονός, ότι κρίνει (το βούλευμα) την κατάχρηση εξουσίας του δικαστή ανέλεγκτη και ακαταδίωκτη, επειδή τη θεωρεί ως νομική άποψη και ελεύθερη δικανική κρίση, ασχέτως αν έρχεται σε αντίθεση με τα πραγματικά δεδομένα, τις αποδείξεις και το σύνολο του υλικού της δικογραφίας, αλλά και με τη νομολογία και τη νομική επιστήμη. Η κρίση αυτή δηλαδή δεν διαθέτει την ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία που απαιτεί το Σύνταγμα και η ΕΣΔΑ ως εγγύηση του κράτους δικαίου και ως προϋπόθεση σεβασμού του δικαιώματος στη δίκαιη δίκη. Με αυτό τον τρόπο ολοκληρώνεται και επισφραγίζεται η μεγαλύτερη πολιτικο-δικαστική σκευωρία σε περίοδο μάλιστα κοινοβουλευτικής δημοκρατίας!!!

6. Συμπερασματικά και εκφράζοντας συνολικά τη νομική-επιστημονική μας άποψη, θεωρούμε ότι πρέπει να επανεξεταστεί το θεσμικό πλαίσιο και ο ρόλος του Συμβουλίου, το οποίο δεν μπορεί να κινείται εναντίον του συνόλου της διαδικασίας και να ακυρώνει τις αποφάσεις της (προανακριτικής) Βουλής, της Ανάκρισης και του Εισαγγελέα και να μην «αφήνει» να αχθεί η υπόθεση ενώπιον του Ειδικού Δικαστηρίου, το οποίο και θα κρίνει το θιγόμενο ζήτημα για την κατάχρηση εξουσίας του δικαστή. Δεν μπορεί να υποκαθιστά το Δικαστήριο. Πρέπει να περιορίζεται δηλ. στην εξέταση των τυπικών προϋποθέσεων και την ύπαρξη απλώς των ενδείξεων και να μην υπεισέρχεται στον πυρήνα της ουσίας, η κρίση της οποίας ανάγεται στην αρμοδιότητα του Δικαστηρίου, όπου πρέπει να λαμβάνει χώρα υπό συνθήκες πλήρους δημοσιότητας. Τέλος πρέπει να υπάρχει και δεύτερος βαθμός κρίσης, ώστε να αποφεύγονται τυχόν σφάλματα!!!







Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια