Ticker

6/recent/ticker-posts

728x90

Μνήμη και χρέος: 79 χρόνια από τη Μάχη του Γοργοπόταμου (25 Νοεμβρίου 1942)


Η μνήμη είναι ένας δρόμος που διαβαίνει κανείς ανάμεσα στο συνειδητό και το ασυνείδητο. Είναι ένας δρόμος που οδηγεί από το παρελθόν στο μέλλον, αναζητώντας την αλήθεια και, δια της αποτύπωσης των εικόνων της μνήμης, συμβάλλει στη διατήρηση στιγμών, γεγονότων, συναισθημάτων, βιωμάτων.

Η αναζήτηση της αλήθειας δεν είναι εύκολη υπόθεση, αλλά παρ’ όλα αυτά από όποια πλευρά κι αν το δει κανείς, όποιος βιώνει μια πραγματικότητα, αυτή δύσκολα ξεριζώνεται από μέσα του.

Όσοι έζησαν τα γεγονότα της Κατοχής, του Εμφυλίου και των ταραγμένων χρόνων μετά απ’ αυτόν, θα ήθελαν να θάψουν στο υποσυνείδητο τα άσχημα εκείνης της εποχής και να κρατήσουν τις θετικές και τις όμορφες αναμνήσεις, αλλά αυτό δεν ήταν εύκολο.

Από τέτοιες τραγικές περιόδους το μόνο που μένει είναι τα τραύματα και οι πληγές στις καρδιές, κυρίως όσων μένουν πίσω. Βέβαια, οι απλοί αγωνιστές του τότε δεν θα μπορούσαν να απαντήσουν σε ένα ψύχραιμο ερώτημα όπως «αν άξιζε τον κόπο», που τίθεται με ευκολία σήμερα από τους επιγόνους, γιατί δεν είχαν όλα τα δεδομένα. Αλλά όλοι μπορούν να διαβάσουν την Ιστορία και να κάνουν έστω και αργά την αυτοκριτική τους και τα κόμματα και οι άνθρωποι και να αποδώσουν τα όσα αναλογούν στον καθένα έστω και μόνο για την ιστορική αλήθεια. 

«Φτάσαμε στο Πλακωτό. Φαινόταν η γέφυρα από κάτ’, έμοιαζ’ κοντά, ήταν όμως αρκετά πιο κάτ’ από μας. Από ’δω βλέπαμε καλά. Ακριβώς πάνω από τη γέφυρα, σ’ ένα μικρό λόφο, 500 μέτρα μακριά.

Κι η Βάνα άκουγε, κοιτούσε, περίμενε τη στιγμή ετούτη τη μία, που έμοιαζε να μην περνά ποτέ. Η 17χρονη Κουμαριτσιώτισσα αναρωτιόταν: Πόση ώρα πέρασε; Απροσδιόριστος ο χρόνος.

Εκεί μες τις λάσπες λαουτιάσαμε (λουφάξαμε) για πολύ ώρα, ίσως για ώρες δεν καταλαβαίναμε για πόσο καθόμασταν κουρνιασμένοι ανακούρκουδα κρατώντας τα μουλάρια, που ήταν φορτωμένα με πολεμοφόδια. Ο ουρανός άρχισε γρήγορα να καθαρίζει κι εκεί που πριν δεν βλέπαμε τον διπλανό μας τώρα η γέφυρα φαινόταν καθαρά. Σταμάτησε κι αυτό το ενοχλητικό νερόχιονο κι έτσι το βλέμμα μας, αλλά και το ενδιαφέρον μας κινήθηκε κυρίως σε όσα γίνονταν γύρω μας.

Οι πολλοί αντάρτες δεν φαίνονταν πια, είχαν κατέβει κάτω στο ποτάμι, εκεί, μαζί μας είχε μείνει μια ομάδα σαν οπισθοφυλακή και πιο χαμηλά από μας, στα πενήντα μέτρα περίπου, στο πρόχειρο καλυβάκι, ψιθυριστές φωνές έφταναν μέχρι τ’ αυτιά μας, χωρίς να καταλαβαίνουμε τι λένε. Ένας γεροδεμένος άντρας με μακριά γενειάδα πήγαινε μέχρι κάτω και ξαναγυρνούσε μετά από λίγο και ανέφερε σε κάποιον, που καθόταν στην είσοδο της παράγκας με πέντε-έξι ακόμη. Κάτι του ’λεγε κι αυτός και ξανάφευγε. Αυτό το πέρα-δώθε έγινε τέσσερις-πέντε φορές σ’ ένα δίωρο. Από την κίνηση καταλάβαμε ότι ο αντάρτης ενημέρωνε τον Άρη, ο οποίος ψύχραιμα απαντούσε και του έδινε οδηγίες, από ΄κει καταλάβαμε ότι ήταν αυτός. Μια φορά σηκώθηκε όρθιος και τίναξε το χέρι του με νεύρο δείχνοντας προς το ποτάμι κιο άλλος έφυγε τρέχοντας, χωρίς δεύτερη κουβέντα.

Δίπλα του καθόταν ένας άλλος γενειοφόρος σοβαρός και ανήσυχος κι ο αντάρτης, που ήταν κοντά μας ψιθύρισε: «Αυτός είναι ο Ζέρβας».

Γύρω ησυχία, μόνο το βουρβουρητό από τα ορμητικά νερά του ποταμού έφτανε στ’ αυτιά μας, καταλαβαίναμε όμως ότι οι αντάρτες είχαν κατέβει στο ρέμα και από ώρα σε ώρα θα ακούγονταν πυροβολισμοί. Δεν πρόλαβα να τελειώσω τη σκέψη μου και με την αγωνία να μου έχει μουδιάσει το σώμα, μπορεί να ήταν κι απ’ το κρύο, ακούστηκε σε λίγα λεπτά, δευτερόλεπτα ή σαν αστραπή, αφού ο χρόνος έστεκε παγωμένος, μια ομοβροντία από πυροβολισμούς. Σήκωσα λίγο το κεφάλι κι έβλεπα για ώρα λάμψεις επαναλαμβανόμενες να σκίζουν το σκοτάδι.

Όλοι οι αθώοι αιφνιδιάστηκαν, ζώα και κορίτσια. Οι αντάρτες αντιδρούσαν οργανωμένα και έλεγχαν μην τυχόν και χρειαστεί να επέμβουν. Ένας βοήθησε τη Θωμαή να κρατήσει τ’ άλογό της που αντιστεκόταν. Επικράτησε ησυχία. Στην άλλη πλευρά, ακούγονταν για πολλή ώρα κροταλισμοί.

Τα ζώα κρατιούνταν με δυσκολία απ’ τον τρόμο. «Ήσυχα Ντορή μ’, ήσυχα!». Χάιδεψε τ’ άλογο στο κεφάλι του με το ένα της χέρι και με τ’ άλλο κράτησε γερά τα χαλινάρια.

Και να, που δεν είχε μείνει άλλο χέρι, για να κρατήσει ό,τι άλλο ήταν έτοιμο να ξεφύγει μακριά, πόδια, θάρρος, ψυχή!

Ώσπου, επιτέλους, ακούστηκε η πρώτη μεγάλη έκρηξη. Πόσο δυνατή! Μας ξεκούφανε!

Η επόμενη έκρηξη ακολούθησε. Η μάχη ήταν άγρια κι η αγωνία όλων μας έπιασι ταβάν’ νιώθαμιότι το αίμα ανέβηκε στο κεφάλ’ και τα μηνίγγια μας τρεμόπαιζαν.

Ο ουρανός φώτισε σαν μέρα σαν να ’χε βγει ο ήλιος κι αντάμα μία τρομερή βροντή, μεγαλύτερη κι από σεισμό τάρα- ξε το έδαφος που νομίζαμε ότι θα υποχωρήσει κάτω από τα πό- δια μας. Πριν προλάβουμε να συνέλθουμε από το τράνταγμα κι απ’ τον κρότο απ’ τα κομμάτια της γέφυρας, που σωριάζονταν στο ποτάμι, ένας δεύτερος πιο μεγάλος κρότος από τον πρώτο, μας έκανε να πέσουμε ανακούρκουδα μαζί με τ’ς αντάρτες, απ’ το φόβο μην έρθουν τα σιδερένια κομμάτια πάνω μας. «Πάει η γέφυρα», ξεστόμισαν κι οι τρεις φίλες όσο προσπαθούσαν να συγκρατήσουν τα ζώα που είχαν αφηνιάσει.

Θεούλη μ’! Πώς να το κρατήσω ακόμα το ζωντανό!

Την ομοβροντία που κούνησε συθέμελα όλο το βουνό κι αντιλάλησε ως πέρα στη Λαμία, ακολούθησε, για λίγο, μια βαθιά σιωπή, κάπου–κάπου έπεφτε κανένας πυροβολισμός αλλά πάλι ησυχία. Αυτό κράτησε ίσως ελάχιστα λεπτά αλλά φάνηκε αιώνας. Η γέφυρα του Γοργοποτάμου ανατινάχτηκε! Σωριάστηκε με κρότο, με δύναμη.

Μακάρι Θε μου να σωριάζονταν έτσι κι οι κατακτητές κι οι ντόπιοι υποστηρικτές τους, να αναπνεύσει όλη η χώρα ελευθερία.

Αυτό ήταν λοιπόν. Η ανατίναξη της γέφυρας!»

………………………………………………..

Η ιστορία έγραψε όχι μόνο στα βιβλία αλλά και στις μνήμες όλων όσων συμμετείχαν κι όχι μόνο σ’ αυτούς, αλλά και στη συλλογική μνήμη. Μια μνήμη που έμενε σιωπηλή εικοσιδύο χρόνια μέχρι το 1964, που έγινε η πρώτη γιορτή μετά το τεράστιο αυτό γεγονός της ανατίναξης. Χρειάστηκαν τόσα χρόνια, για να επανέλθει η μνήμη αλλά κι αυτό με τραγικό τρόπο, η έκρηξη της νάρκης και τα δύσκολα σκοτεινά χρόνια ξανάριξαν στο έρεβος της λήθης τα γεγονότα εκείνα, μέχρι που με νόμο καθιερώθηκε η ημέρα της Εθνικής Αντίστασης.

25 Νοέμβρη 1942 - Ο Άρης Βελουχιώτης μαζί με 150 άντρες, ο Ναπολέων Ζέρβας με 60 κι Άγγλοι σαμποτέρ εξουδετέρωσαν τα ιταλικά φυλάκια κι ανατίναξαν τη γέφυρα του Γοργοποτάμου.

Αυτό γράφτηκε και δεν μπορεί να ξεγραφτεί. Μικρό δείγμα για το τι μπορούν να πετύχουν οι Έλληνες μονιασμένοι.

***

Το απόσπασμα είναι από το νέο βιβλίο του Βασίλη Μαστρογιάννη με τίτλο: «Ανυπόταχτη ψυχή - Η ιστορία της μάνας. 79 χρόνια από τη μάχη του Γοργοπόταμου» (Εκδόσεις Φίλντισι)

https://www.huffingtonpost.gr










Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια