Η υπόθεση του “φιάσκου της Καμπούλ”, όπου η ανταπόκριση από πλευράς Υπουργείου Εξωτερικών δεν αποδείχθηκε παραγωγική αποτελέσματος, “σηκώθηκε” αρκετά ψηλά από πλευράς δημοσιότητος. Θεωρήθηκε περίπου “θέμα τιμής” για την χώρα, ο “απεγκλωβισμός” ξένων υπηκόων που είχαν εκφράσει σχετικό αίτημα, το οποίο αφορούσε είτε τους ιδίους είτε συγγενικά τους πράγματα. Κι αυτό, επειδή ορισμένοι ξένοι υπήκοοι είχαν χρησιμοποιηθεί επί πληρωμή, σε καθήκοντα διερμηνέα ή είχαν απλώς καλές σχέσεις με τον εκάστοτε διοικητή της Ελληνικής Δύναμης Αφγανιστάν (ΕΛΔΑΦ), όσο αυτή υφίστατο.
Αυτό που διέφυγε της προσοχής ήταν ότι το ενδιαφέρον των άλλων ξένων κυβερνήσεων που οργάνωσαν επιχειρήσεις στο αεροδρόμιο της Καμπούλ, αφορούσε κυρίως την εκκένωση υπηκόων τους, είτε των διπλωματικών αποστολών, είτε στρατιωτικών δυνάμεων που διατηρούσαν στην χώρα. Στην περίπτωση της Ελλάδος, επρόκειτο για 25 περίπου Αφγανούς υπηκόους. Επομένως δεν υπήρχε κάποιο μείζον ζήτημα για την χώρα.

Το αεροδρόμιο της Καμπούλ αποτελεί μια περίπου θερμή ζώνη, με κίνδυνο εκδηλώσεως πυρών εναντίον των αεροπορικών μέσων που προσγειώνονται και απογειώνονται εκεί. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο ελικόπτερα που πετούν σε καθήκοντα ασφαλείας, ή αεροσκάφη τακτικών ή στρατηγικών μεταφορών εξαπολύουν προληπτικώς θερμοβολίδες, για την παραπλάνηση τυχόν απειλών από φορητά αντιαεροπορικά βλήματα.


Η αδυναμία καλύψεως μιας επισημασμένης απαιτήσεως σε συστήματα αυτοπροστασίας εναερίων μέσων, δεν αφορά μόνο τέτοιες εξεζητημένες περιπτώσεις επιχειρήσεων που ανακύπτουν από έκτακτες εξελίξεις σε πολιτικοδιπλωματικό επίπεδο. Τα ηλεκτρονικά συστήματα αυτοπροστασίας είναι βασικό στοιχείο του εξοπλισμού αεροσκαφών τακτικών μεταφορών και ελικοπτέρων που προορίζονται για πολεμικές συρράξεις υψηλής εντάσεως με ισότιμο αντίπαλο. Σε περίπτωση Ελληνοτουρκικής συρράξεως, τα πολεμικά σχέδια προβλέπουν αποστολές ενισχύσεως απειλούμενων νήσων ή αντεπιθετικούς ελιγμούς με αεροκίνητες επιχειρήσεις που θα αναλάβει η Αεροπορία Στρατού. Η Πολεμική Αεροπορία είναι πιθανό να κληθεί να εκτελέσει επιχειρήσεις μεταφορών, ανεφοδιασμού ή αεραποβατική επιχείρηση.

Το ζήτημα δεν πρέπει να εξετάζεται μόνο από την πλευρά της αποφυγής απωλειών αλλά και από την πτυχή της ματαιώσεως αποστολών λόγω φόβου – δειλίας πληρωμάτων που ενισχύει η γνώση της ελλείψεως συστημάτων αυτοπροστασίας. Επομένως η πληρότητα εξοπλισμού των αεροπορικών μεταφορικών μέσων συνιστά ουσιώδες στοιχείο συνολικής αποδόσεως των μονάδων σε περίοδο επιχειρήσεων.
Όλα αυτά, πρέπει να εξετάζονται με την μέγιστη δυνατή προτεραιότητα και ακόμη περισσότερο όταν αναφερόμαστε σε Ειδικές Επιχειρήσεις. Είναι όμως αδιανόητο να βλέπουμε τα μισά μέσα της Αεροπορίας Στρατού και το σύνολο των αεροσκαφών μεταφορών της Πολεμικής Αεροπορίας να στερούνται ηλεκτρονικών συστημάτων αυτοπροστασίας, όταν το περιβάλλον επιχειρήσεων σε Θράκη και Αιγαίο θα είναι αυτό που ο καθένας μπορεί να αντιληφθεί. Άρα, δεν μπορούμε να πούμε ότι μια πιθανή παρέμβαση της νεοσύστατης Διοικήσεως Ειδικού Πολέμου του ΓΕΕΘΑ, για τον κατά προτεραιότητα εφοδιασμό των οργανικών της εναερίων μέσων είναι η λύση. Η λύση πρέπει να είναι συνολική.
Προς το παρόν, το ΓΕΣ “τρέχει” να υπογράψει συμβάσεις FOS για να εξασφαλίσει αποδεκτές διαθεσιμότητες των ελικοπτέρων της Αεροπορίας Στρατού. Μιλάμε για τα στοιχειώδη. Ας δούμε όμως και παρακάτω, ασφαλείς επικοινωνίες, συστήματα αυτοπροστασίας κ.λπ.
Σάββας Βλάσσης
0 Σχόλια