Ticker

6/recent/ticker-posts

728x90

Η Ιστορία της Λέξης «Λαμόγιο»


«Που είσαι ρε λαμόγιο;». 

Ίσως να έχεις χαιρετήσει αρκετές φορές με αυτή τη φράση έναν φίλο τον οποίο έχεις καιρό να δεις -ή κάποιον που είναι συνέχεια στα «μέσα και στα έξω». Με μια λέξη που σίγουρα έχει αρνητική χροιά, όμως, ακολουθώντας τα βήματα του μαλάκα, κατάφερε -σε μικρότερο βαθμό- να μπει στην καθημερινότητά μας και με έναν λίγο διαφορετικό τρόπο.  

Συνήθως, χρησιμοποιείται για την περιγραφή ενός ανθρώπου ο οποίος δεν είναι φερέγγυος, θα σε κοροϊδέψει και δεν θα τηρήσει τις συμφωνίες του. Ή απλά για να πειράξεις έναν φίλο σου. Το Λεξικό «Τεγόπουλου-Φυτράκη», ορίζει το λαμόγιο ως απατεώνα/κομπιναδόρο. Έναν καιροσκόπο που είναι ανάξιος εμπιστοσύνης. 

Θα τη βρεις σε ευθυμογραφήματα του Νίκου Τσιφόρου, όπως και σε κείμενα του Καπετανάκη και του Ηλία Πετρόπουλου. Το λαμόγιο ήταν ο κρυφός βοηθός του παπατζή, ο οποίος, καθόταν μαζί του και κάποιες φορές κέρδιζε για να προσελκύσει υποψήφια θύματα, ενώ, άλλες έχανε σε στιγμές που ήταν προφανές πού βρίσκεται το τυχερό φύλλο.

Οι θεατές, όντας σίγουροι για την επιτυχία έμπαιναν στο παιχνίδι και φυσικά έχαναν τα λεφτά τους.

Το λαμόγιο ταξίδεψε μέσα στον χρόνο και όπως συμβαίνει σε αυτές τις περιπτώσεις απέκτησε μια νέα εννοιολογική προσέγγιση. Πλέον, αντιπροσωπεύει την πονηριά και την εξαπάτηση σε όλους τους τομείς και όχι σε ένα ξεχασμένο «τυχερό» παιχνίδι. 

Οι απόψεις για την προέλευση της λέξης διίστανται. Κάποιοι την συνδέουν με την Ιταλική έκφραση «la moglie», που χρησιμοποιούσαν οι Ιταλοί χαρτοπαίκτες για να φύγουν από το τραπέζι τη στιγμή που κέρδιζαν, φοβούμενοι μη γυρίσει η τύχης τους. Σημαίνει: «η σύζυγος» και την έλεγαν υποστηρίζοντας ότι τους περιμένει στο σπίτι η γυναίκα τους, με σκοπό να φύγουν γρήγορα και χωρίς υποψίες. 

Αν το σκεφτείς, βγάζει νόημα.

Μιλάμε για δύο γειτονικές χώρες και μια έκφραση που είχε να κάνει με τα χαρτιά. Θα μπορούσε πολύ εύκολα να έχει διαδοθεί όπως έχει γίνει με πολλές Ιταλικές και Τούρκικες λέξεις.  

Ωστόσο, αυτή δεν είναι η μόνη άποψη σχετικά με την έλευση του λαμόγιου στην Ελληνική αργκό.

Πολλοί το αποδίδουν στο Ισπανικό: La Moya, που σημαίνει «αυτή». Βέβαια, η εν λόγω εκδοχή και η έλλειψη περεταίρω πληροφοριών με κάνει να πιστεύω ότι η μόνη σχέση που έχει με το δικό μας λαμόγιο, είναι πως μοιάζουν ηχητικά. 

Η πιο πιθανή εξήγηση πάντως, θέλει τη λέξη να έχει ταξιδέψει στην Ελλάδα από άλλη Ήπειρο και πιο συγκεκριμένα από τη Λατινική Αμερική. Πρόκειται για το Μoya, που προέρχεται από την αργκό του Μπουένος Άιρες, το διάσημο Lunfardo. Η αργκό της πρωτεύουσας της Αργεντινής αποτελείται από χιλιάδες λέξεις και φράσεις, ενώ, οι ρίζες της έχουν άμεση σχέση με την εγκληματικότητα της πόλης. 

Όπως αναφέρει το slang.gr: « Η λέξη είναι σκέτο μόγια· το θηλυκό άρθρο λα  είναι προφανώς μεταγενέστερη, ελληνική, προσθήκη για να μοιάζει πιο σπανιόλικο ή ξενόφερτο». Σύμφωνα πάντα με την ίδια πηγή, σημαίνει «ψάρεμα» και συνήθως αυτός που επιδίδεταισε «moya» λέγεται moyero (ή matufiero). Η Ελληνική εκδοχή του δεν έχει μεγάλη νοηματική διαφορά με την αρχική. 

Βέβαια, δεν υπάρχουν πολλές πληροφορίες σχετικά με το πότε και το πώς κατάφερε να διασχίσει τον Ατλαντικό και να φτάσει στις γειτονιές της Αθήνας. Πιθανότατα, κάποιος ναυτικός θα άκουσε τη λέξη και θα την υιοθέτησε στο λεξιλόγιό του. 

Όπως και να’χει, το λαμόγιο περιγράφει τέλεια έναν άνθρωπο με τον οποίο δεν θέλεις να συνεργαστείς ή να έχεις σοβαρές επαφές. Δεν είναι τόσο βρισιά, όσο προσβολή, αλλά, όπως αναφέρω και στην αρχή του κειμένου, ταιριάζει «γάντι» για φίλους που κλέβουν στα επιτραπέζια και αργούν στα ραντεβού σας. 






Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια