Έγγραφη απάντηση απέστειλε σήμερα ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Βασίλης Πλιώτας στον υπουργό Προστασίας του Πολίτη Μιχάλη Χρυσοχοίδη, σχετικά με τους φακέλους που του είχε παραδώσει ο τελευταίος στις 19 Μαΐου κατά την επίσκεψή του στο Ανώτατο Δικαστήριο και περιείχαν στοιχεία για το οργανωμένο έγκλημα.
Το ίδιο έγγραφο ο κ. Πλιώτας το διαβίβασε και στους
διευθύνοντες τις Εισαγγελίες Εφετών σε όλη την Ελλάδα με την εντολή να
ενημερώσουν τις Εισαγγελίες Πρωτοδικών της χώρας.
Ο ανώτατος εισαγγελικός λειτουργός επισημαίνει την
αναγκαιότητα «εγρήγορσης των προανακριτικών, ανακριτικών και εισαγγελικών αρχών
για την εις βάθος, ταχύτερη και πληρέστερη έρευνα στις υποθέσεις του
οργανωμένου εγκλήματος, με τήρηση των νομίμων δικονομικών διαδικασιών» ενώ
προτρέπει τις Αστυνομικές Αρχές να αξιοποιούν τους «Εισαγγελείς Ειδικών
Καθηκόντων», όπως είναι του:
1) Εισαγγελέα Εφετών που έχει οριστεί να
εποπτεύει και να καθοδηγεί στη Διεύθυνση Ασφαλείας Αττικής το έργο των αρχών
ασφαλείας στη δίωξη του οργανωμένου εγκλήματος.
2) Επιστημονικού Συμβουλίου Ανάλυσης, Έρευνας
και Προγραμματισμού που έχει συσταθεί στο υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, του
οποίου προεδρεύει Εισαγγελέας Εφετών.
Η αποστολή του τελευταίου αυτού συμβουλίου εντάσσεται
στο πλαίσιο καταπολέμησης του οργανωμένου εγκλήματος και μπορεί να συνεργάζεται
με όλες τις αστυνομικές υπηρεσίες, την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών (ΕΥΠ), το
Γενικό Επιτελείο Εθνικής Άμυνας και το Λιμενικό Σώμα, ενώ παράλληλα έχει την
δυνατότητα να αντλεί πληροφορίες από τις δημόσιες αρχές.
Όσον αφορά στην καταπολέμηση της διακίνησης ναρκωτικών
σημειώνει πως η προκαταρκτική εξέταση και η προανάκριση τελεί σε καθεστώς
ειδικής νομοθετικής ρύθμισης (άρθρο 44 ν. 4139/2013), υπό την άμεση εποπτεία
και καθοδήγηση του κατά νόμο αρμόδιου Εισαγγελέα Εφετών.
Σχετικά με τις υποβαλλόμενες συναφείς δικογραφίες
κατά του οργανωμένου εγκλήματος ο κ. Πλιώτας αναφέρει πως «γίνεται ιδιαίτερη
μέριμνα και ζητείται η υποβολή από τις Εθνικές Αρχές Ασφαλείας, που υποβάλλουν
αυτεπαγγέλτως σχηματισθείσες ποινικές δικογραφίες, να κοινοποιούν αντίγραφο της
υποβλητικής αναφοράς και στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου, για να αξιολογείται
κάθε φορά από εισαγγελικό λειτουργό της υπηρεσίας μας και να διατάσσεται,
εξαιρετικώς, υπό τους όρους του άρθρου 32 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, η άμεση
επίσπευση της προδικασίας και η κατά προτεραιότητα εισαγωγή της υπόθεσης στο
ακροατήριο και να εξετάζεται, ακόμη, η δυνατότητα να επιληφθεί η Ολομέλεια του
Εφετείου σε Συμβούλιο για την κίνηση της ποινικής δίωξης και την ανάθεση της
ανάκρισης σε έμπειρο εφέτη ανακριτή, όπως εσχάτως πολλές φορές έχει
επισυμβεί»Παράλληλα επισημάνει ότι «οι αστυνομικοί, μόνον ως γενικοί
ανακριτικοί υπάλληλοι υπόκεινται στην Εισαγγελική αρχή, κατ’ εξοχήν εποπτική
του ανακριτικού έργου τους, ενώ ως έμμεσα διοικητικά όργανα του κράτους,
προκειμένου να εξασφαλίσουν τη δημόσια ειρήνη, ευταξία και απρόσκοπτη κοινωνική
διαβίωση των πολιτών δραστηριοποιούνται υπό την ευθύνη της πολιτικής τους
ηγεσίας (εκτελεστικής εξουσίας)».
Ο ανώτατος εισαγγελικό λειτουργός επισημαίνει πάντως ότι «οι
εισαγγελείς, ως ισόβιοι δικαστικοί λειτουργοί, κατά την άσκηση των καθηκόντων
τους, εφαρμόζουν το Σύνταγμα και τους νόμους και δεν εμπλέκουν τη δικαστική
εξουσία στις αρμοδιότητες των άλλων λειτουργών της Πολιτείας (του άρθρου 26 του
Συντάγματος), ούτε, πράγμα αδιανόητο άλλωστε, μπορούν να αξιώνουν υποκατάσταση
της νομοθετικής ή εκτελεστικής εξουσίας με υπόδειξη ή καθ’ οιονδήποτε τρόπο
προώθηση είτε νομοθετικών ρυθμίσεων είτε διοικητικών επιλογών της σκοπιμότερης
λύσης».
Άννα Κανδύλη
0 Σχόλια