Με το υπ’ αρίθμ. 6/2021 βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Ρόδου, που εκδόθηκε προχθές, απορρίφθηκε η αίτηση αντικατάστασης της προσωρινής κράτησης στις δικαστικές φυλακές του Ναυπλίου, που υπέβαλε ο κατηγορούμενος για κατασκοπεία, 35χρονος γραμματέας του Τουρκικού προξενείου στη Ρόδο.
Ο 52χρονος συγκατηγορούμενός του, πρώην μάγειρας του πλοίου
«Ε/Γ – Ο/Γ ΣΤΑΥΡΟΣ» της εταιρείας «SAOS FERRIES», δεν έχει προσφύγει στο
δικαστικό συμβούλιο.
Οι ανωτέρω, κατηγορούνται για υποστήριξη πολεμικής δύναμης του εχθρού από
κοινού κατ’ εξακολούθηση, για παραβίαση μυστικών πολιτείας από κοινού κατ’
εξακολούθηση και για κατασκοπεία από κοινού και κατ’ εξακολούθηση με ενιαίο
σκοπό, χρήση για διαβίβαση του κρατικού απορρήτου σε άλλον με σκοπό να
προκαλέσουν κίνδυνο στα συμφέροντα του κράτους.
Κρίθηκαν την 21η Δεκεμβρίου 2020 το βράδυ, προσωρινά κρατούμενοι, μετά την
απολογία τους.
Η κ. Ανακρίτρια, όπως έγραψε η «δημοκρατική», έχει επισημάνει στην διάταξή της ότι
τα αποδιδόμενα στους κατηγορούμενους κακουργήματα τελέσθηκαν κατ’ εξακολούθηση
και πλήττουν την αμυντική ικανότητα της χώρας, θέτοντας σε κίνδυνο την εδαφική
της ακεραιότητα.
Επεσήμανε επίσης ότι καταβλήθηκε προσπάθεια απόκρυψης στοιχείων αλλά και ότι διατηρούν
επαφές με πρόσωπα που εξυπηρετούν τα συμφέροντα της χώρας που απειλεί την
εδαφική ακεραιότητα της Ελλάδας και ως εκ τούτου υφίσταται κίνδυνος να
καταφύγουν στην Τουρκία, αλλά και να στρατολογήσουν νέα άτομα ώστε να
αναπτύξουν αντίστοιχη παράνομη δράση ή ακόμα και να επαναλάβουν οι ίδιοι τις
πράξεις αυτές!! Η κ. Ανακρίτρια σημειώνει μάλιστα ότι δεν θεωρείται ούτε ο
περιοριστικός όρος του κατ’ οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση ικανός
για τον περιορισμό τους διότι η εγκληματική δράση έλαβε χώρα με τη χρήση μέσων
τηλεπικοινωνίας και παρίσταται απολύτως επιβεβλημένη η προσωρινή τους κράτηση.
Το δικαστικό συμβούλιο, που υιοθέτησε την απορριπτική της αιτήσεως Εισαγγελική
πρόταση, απεφάνθη ότι δεν εξέλιπαν οι λόγοι για τους οποίους διατάχθηκε η προσωρινή
κράτηση του κατηγορούμενου, παρά το γεγονός ότι αυτός αρνείται τις αποδιδόμενες
σ’ αυτόν κατηγορίες, ισχυριζόμενος ότι δεν έχει καμία ανάμιξη στην συγκεκριμένη
υπόθεση.
Τονίζει ότι ο κατηγορούμενος δεν έχει παράσχει οποιαδήποτε πειστική μέχρι τώρα εξήγηση
για ποιο λόγο ο συγκατηγορούμενός του αποδέχεται την κατηγορία της χορήγησης
πληροφοριών σ’ αυτόν.
Ο δε ισχυρισμός του σύμφωνα με τον οποίο η επιβολή του δικονομικού μέτρου της
προσωρινής κράτησης προσκρούει στο τεκμήριο αθωότητας, κρίθηκε από το δικαστικό
συμβούλιο, απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι το μέτρο της προσωρινής κράτησης δεν
αποτελεί καθ’ εαυτό κάμψη του τεκμηρίου αθωότητας.
Επιπλέον, η αιτίαση του περί μη ύπαρξης έτερων αμετάκλητων καταδικών του για
ομοειδείς πράξεις ερείδεται, όπως κρίθηκε, επί εσφαλμένης προϋπόθεσης και
αλυσιτελώς προβάλλεται. Τονίζεται ότι στην υπό κρίση περίπτωση οι πράξεις που
αποδίδονται στον κατηγορούμενο έχουν κακουργηματικό χαρακτήρα και φέρονται ως
τελεσθείσες κατ’ εξακολούθηση. Εξάλλου, αβάσιμοι στην ουσία τους κρίνονται και
οι ισχυρισμοί του περί εσφαλμένης εφαρμογής και ερμηνείας του νόμου, περί
εσφαλμένης εκτίμησης του συλλεγέντος αποδεικτικού υλικού καθώς και του
ισχυρισμού του περί έλλειψης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας του
εκδοθέντος εντάλματος προσωρινής κράτησης, αφού, κρίθηκε από το δικαστικό
συμβούλιο, πως σε αυτό αναγράφονται με σαφήνεια και πληρότητα τα πραγματικά
περιστατικά που προέκυψαν από την έως τώρα ανακριτική διαδικασία, βάσει των
οποίων εξειδικεύονται οι προϋποθέσεις επιβολής αυτού του μέτρου δικονομικού
καταναγκασμού.
Τονίζεται ότι καταδεικνύεται σαφώς ότι υφίστανται σοβαρές ενδείξεις ενοχής του
ανωτέρω προσφεύγοντος – κατηγορουμένου, για τις αποδιδόμενες σ’ αυτόν
κακουργηματικού χαρακτήρα αξιόποινες πράξεις, έκαστη των οποίων απειλείται κατά
το νόμο με πρόσκαιρη κάθειρξη με ανώτατο όριο τα δέκα (10) έτη και οι οποίες
φέρονται ως τελεσθείσες κατ’ εξακολούθηση, οι δε ενδείξεις αυτές ουδόλως
κλονίσθηκαν, αλλά αντιθέτως διατηρούνται αμείωτες.
Επιπροσθέτως, όπως επισημαίνει το δικαστικό συμβούλιο, από τα ιδιαίτερα
χαρακτηριστικά των αποδιδόμενων σ’ αυτόν πράξεων και συγκεκριμένα από την
επιλογή ιδιαίτερων μέσων και τρόπων τέλεσης των ως άνω πράξεων, για τις οποίες
προέκυψαν σοβαρές ενδείξεις ενοχής του κατά τα ανωτέρω (χρήση τεχνολογικών μέσων
για την απόκτηση και μετάδοση των ως άνω πληροφοριών), από το γεγονός ότι ο
προσφεύγων – κατηγορούμενος εργάζεται σε χώρο (Τουρκικό Προξενείο), ο οποίος
δεν μπορεί να ελεγχθεί από την Ελληνική Πολιτεία και μάλιστα προσφέρει
υπηρεσίες στη Χώρα για την οποία προέκυψαν σοβαρές ενδείξεις ενοχής περί του
ότι περισυνέλλεξε επανειλημμένως πληροφορίες για την αμυντική ικανότητα της
Ελλάδας, πιθανόν εκμεταλλευόμενος το χώρο αυτόν, από το γεγονός ότι έχει
στενούς δεσμούς με την Τουρκία και μιλά απταίστως την Τουρκική, από το γεγονός
ότι επιδεικνύει επιμονή ανεύρεσης και στρατολόγησης νέων πληροφοριοδοτών, και
τέλος από την επιτήδεια δράση του, για την οποία κατηγορείται και η οποία
διακρίνεται από μεθοδικότητα, οργάνωση, ακρίβεια στο σχεδιασμό, διάρκεια,
επανάληψη, ομαδική υλοποίηση, λήψη αυξημένων προφυλακτικών μέτρων, κρίνεται ότι
εάν αυτός αφεθεί ελεύθερος, είναι πολύ πιθανό να διαπράξει και άλλα εγκλήματα,
ιδίως προκειμένου να επιτύχει τη συγκάλυψη, την αποτροπή και την εν γένει
δυσχέρανση της διαλεύκανσης των εγκλημάτων για τα οποία κατηγορείται,
συμπεριλαμβανομένης της από μέρους του παράνομης (άνευ των νομίμων διατυπώσεων)
φυγής του από τη Χώρα, προκειμένου να αποφύγει τις ποινικές συνέπειες των
ανωτέρω πράξεων, συνυπολογιζόμενου και του γεγονότος ότι διατηρεί στενές
διασυνδέσεις με τρίτα, εισέτι άγνωστα πρόσωπα, ευρισκόμενα στην Τουρκία, ενώ η
επιβολή σ’ αυτόν περιοριστικών όρων ή του κατ’ οίκον περιορισμού του με
ηλεκτρονική επιτήρηση, ομοίως δεν επαρκούν για τον αποτρέψουν από την
μελλοντική τέλεση νέων αξιόποινων πράξεων, για τους αυτούς ως άνω λόγους.
0 Σχόλια