Στο δικαίωμα κάθε εισαγγελέα να παρίσταται σε διαδικασίες ποινικής δίωξης και πολλώ δε μάλλον να μπορεί να ασκεί ερωτήματα αναφέρεται ο Γεώργιος Σανιδάς, μετά την πρόσφατη απόφαση της ανακρίτριας να μην επιτρέψει ερωτήσεις κατά την εξέταση του Ευάγγελου Βενιζέλου στην υπόθεση Novartis.
Ο πρώην εισαγγελέας του Αρείου Πάγου κ. Σανιδάς αναφέρει πως
«το Πενταμελές Δικαστικό Συμβούλιο κατά πλειοψηφία (ψήφοι 3 προς 2) μετά πάροδο
19 ημερών, για ζήτημα το οποίο ήταν απλό και θα έπρεπε να είχε λύσει, κατά την
άποψή μας, εντός το πολύ 3 ημερών, εξέδωσε επί της διαφωνίας βούλευμα, με το
οποίο κατά ανέλπιστο και παράδοξο τρόπο έλυσε τη διαφωνία, υπέρ της
ανακρίτριας, σε αντίθεση προς τα μέχρι τότε παγίως κρατούντα επί εβδομήντα
σχεδόν έτη, στη θεωρία και επιστήμη, στη νομολογία αλλά και σε αντίθεση προς τη
μέχρι τότε, κρατούσα δικαστική πρακτική».
Στη δήλωσή του τονίζει επίσης πως «η υπόθεση Novartis,
σε σχέση προς το σκέλος της στοχοποίησης, χωρίς την ύπαρξη στοιχείων, των δέκα
πολιτικών προσώπων (Υπουργών κλπ) κατ’ αρχάς από την Εισαγγελέα Διαφθοράς και
στη συνέχεια από τον αναπληρωτή Υπουργό Δικαιοσύνης, ο οποίος, αφού μη συννόμως
έλαβε γνώση των αποσταλέντων από την Εισαγγελέα Διαφθοράς, στοιχείων, έκανε
λόγο, έξω από το Μέγαρο Μαξίμου, για το μεγαλύτερο σκάνδαλο, από της συστάσεως
του Ελληνικού Κράτους, υπονοώντας χωρίς αμφιβολία, την εμπλοκή σ’ αυτό των δέκα
πολιτικών προσώπων, αφού η ύπαρξη σκανδάλου είναι νοητή, μόνο αν συμμετέχουν σε
ένα, κατά του Δημοσίου, έγκλημα, κρατικοί αξιωματούχοι και κυρίως πολιτικά
πρόσωπα, εμπεριέχει την τέλεση βαρυτάτων εγκλημάτων».
Και υπογραμμίζει: «Θα ανέμεναν οι Έλληνες πολίτες και
πολύ περισσότερο τα δέκα πολιτικά πρόσωπα, τα οποία επί δύο και πλέον έτη
διεσύροντο αναιτίως από την Εισαγγελέα Διαφθοράς και τους λοιπούς συμμετόχους
(τούτο άλλωστε, επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι η Εισαγγελέας Διαφθοράς,
λόγω ανυπαρξίας στοιχείων, έθεσε ήδη την υπόθεση, ως προς τα επτά από τα δέκα
πολιτικά πρόσωπα, στο αρχείο), με βάση τις αόριστες και δικονομικά ανυπόστατες
καταθέσεις μαρτύρων, που μάλιστα μη νομίμως είχαν τεθεί υπό προστασία (βλ.
άρθρο μας με τίτλο «Σύνταγμα, Δικαιοσύνη και έρευνες για ποινική ευθύνη
υπουργών, Ποιν. Δικ. 3/2018, σελ. 233 επ.), η ανακρίτρια να προχωρήσει
ταχύτατα, διακόπτοντας εν ανάγκη τις διακοπές της, στην ενέργεια κυρίως των
αναγκαίων και μόνο ανακριτικών πράξεων, εν’ όψει του ότι είχε προηγηθεί
διεξοδική διερεύνηση της υποθέσεως από την Επιτροπή της Βουλής, αλλά και από
τους δύο Αντεισαγγελείς του Αρείου Πάγου».
Αναλυτικά το άρθρο του κ. Σανιδά στο dikastiko.gr
0 Σχόλια