Ticker

6/recent/ticker-posts

Θ. Παπαδάκης: Οι περιπτώσεις (εσωτερικής) μετάθεσης Αστυνομικού χωρίς την αίτηση - θέληση - δήλωση βούλησής του και η ατομική ευθύνη του αμέσως ιεραρχικά προϊσταμένου του


Επειδή έχω ιδιαίτερη υποχρέωση και νομική, αλλά και ηθική και δεοντολογική, ως εκλέγονται στο Αστυνομικό Συνδικαλιστικό Κίνημα σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 23 του Συντάγματος, του ν. 1264/1982 για τη συνδικαλιστική ελευθερία, καθώς επίσης και από τις διατάξεις για τη Διεθνής Προστασία του Συνδικαλιστικού Κινήματος και της ΕΣΔΑ, σας γνωστοποιώ τα εξής που ισχύουν για τις εσωτερικές μεταθέσεις, εντός της ίδιας περιοχής μετάθεσης, των Αστυνομικών ανά την Ελλάδα:

Είμαστε μέσα στη χρονική περίοδο των Τακτικών Μεταθέσεων του έτους 2025 και των σχετικών αποφάσεων όλων των αρμοδίων Συμβουλίων Μεταθέσεων που διατάσσουν τις μεταθέσεις Αστυνομικών εντός της ίδιας περιοχής μετάθεσης (Νομός), που αποφασίζονται με τα λεγόμενα υπηρεσιακά κατά βάση, αλλά και τα κοινωνικά κριτήρια, παραθέτω τα κατωτέρω, που αφορούν στις περιπτώσεις ακούσιας μετάθεσης του Αστυνομικού, αυτές δηλαδή κατά τις οποίες χωρίς τη θέληση του Αστυνομικού, διατάσσεται μετάθεση χωρίς αίτηση ή άλλη σύννομη δήλωση βούλησής του. Είναι γνωστό ότι κάθε χρονιά μετά την ανακοίνωση των

Εσωτερικών Μεταθέσεων, κάθε επιπέδου, υποβάλλονται πολλές προσφυγές (ακύρωσης και τροποποίησης) από τους συναδέλφους που μετατίθενται χωρίς αίτηση και επιθυμία τους, ενώ βέβαια απορρίπτεται και μεγάλος αριθμός αιτημάτων των Αστυνομικών, όπου σε αυτήν την τελευταία περίπτωση δύναται να υποβληθούν αιτήσεις θεραπείας - ιεραρχικής προσφυγές βάσει των διατάξεων του άρθρου 24 του ν. 2690/1999.

Η περίπτωση ακούσιας μετάθεσης παρά τη θέλησή του, με πρωτοβουλία της Υπηρεσίας, εντός βέβαια της ίδιας περιοχής μετάθεσης (εσωτερική μετάθεση), με τα λεγόμενα υπηρεσιακά περισσότερο και κοινωνικά κριτήρια, είναι ένα πραγματικό γεγονός με αντίκτυπο στην ζωή του εργαζόμενου Αστυνομικού. Σε κάθε περίπτωση ακούσιας μετάθεσης του Αστυνομικού, παράγονται επιπρόσθετες έννομες σχέσεις, διοικητικές και ενδεχομένως και αστικές και ποινικές για τις οποίες σε μία ευνομούμενη Πολιτεία θα πρέπει να θεσμοθετείται η περαιτέρω σύννομη διερεύνηση και διευθέτηση. 

Ως εκ τούτου πέρα από τις ήδη θεσμοθετημένες διαδικασίες (δικαίωμα προσφυγής κ.α., φύσεως Διοικητικού Δικαίου) οι οποίες απευθύνονται σε κρατικές και μη προσωποποιημένες οντότητες όπως οι αρμόδιες Υπηρεσίες και Συμβούλια Μεταθέσεων του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, καθώς και των Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων και των Υπηρεσιών επιπέδου Διεύθυνσης που λειτουργούν Συμβούλια Μεταθέσεων, θα πρέπει  σε έκαστη περίπτωση ακούσιας μετάθεσης, δηλαδή με πρωτοβουλία της υπηρεσίας και χωρίς αίτηση τους ίδιου του Αστυνομικού, να ορίζεται σαφώς, ο έχων την ατομική ευθύνη, δηλαδή αυτός που με άλλα λόγια πρότεινε αιτιολογημένα και σχετικό έγγραφο την μετάθεση.

Σε μία σύγχρονη ευνομούμενη κοινωνία και Πολιτεία, όπως η Ελληνική, ο κάθε προϊστάμενος αξιωματικός της Αστυνομικής Υπηρεσίας που προκαλεί μονομερώς μία Διοικητική πράξη με έννομες και άλλες συνέπειες στην ζωή του Αστυνομικού, θα πρέπει να υποβάλλει στις αρμόδιες προϊστάμενες Υπηρεσίες αιτιολογημένη και ενυπόγραφη πρόταση. Ο θιγόμενος Αστυνομικός θα πρέπει εφόσον το επιθυμεί, μετά από αίτησή του, να παίρνει αντίγραφο της πρότασης του προϊσταμένου προκειμένου να ασκήσει εφόσον επιθυμεί, όχι μόνο τα διοικητικά και υπηρεσιακά του δικαιώματα, αλλά ενδεχομένως να ζητήσει και άλλες ποινικές και αστικές ευθύνες, καθώς και τη γενική νομική του αποκατάσταση.

Οι εποχές που το άτομο που τυχόν καταστρατηγεί την ισχύουσα νομοθεσία, αλλά, δυστυχώς, κρύβεται πίσω από αόριστες νομικές, κρατικές και υπηρεσιακές οντότητες, δεν αρμόζουν στη σύγχρονη Δημοκρατία. Ο κάθε πολίτης, πόσο μάλλον ο κάθε ασκών δημόσια διοίκηση Αστυνομικού Προσωπικού θα πρέπει δια νόμου, να αναλάβει την ατομική του ευθύνη, για τους υφισταμένους του. Οι φράσεις και η επίκληση στερεότυπων φράσεων όπως «Το συμβούλιο διέταξε ή λόγω υπηρεσιακών αναγκών κλπ…» στερούν από τον Αστυνομικό την κοινωνία Δικαίου και νομιμότητας και δεν συμβαδίζουν με τις Εθνικές μας Συνταγματικές Αρχές, καθώς και με το ισχύον Ευρωπαϊκό Δίκαιο.

Σε έναν μεγάλο Δημόσιο Οργανισμό, όπως η Ελληνική Αστυνομία με χιλιάδες εργαζόμενους, το εκάστοτε υπηρεσιακό Συμβούλιο Μεταθέσεων η πλειοψηφία του οποίου συγκροτείται πάντοτε από την ανώτατη και ανώτερη Διοίκηση, σε σχέση με την εκπροσώπηση από το συνδικαλιστικό κίνημα, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία (σχετικές διατάξεις π.δ. 100/2003). Είναι πασίδηλο και πραγματικό γεγονός ότι το εκάστοτε Συμβούλιο Μεταθέσεων δεν μπορεί να έχει αυτοπρόσωπη αντίληψη για τον κάθε Αστυνομικό για τον οποίο διατάσσεται ακούσια μετάθεση χωρίς τη θέλησή του και ουσιαστικά επικυρώνει τη μονομερή και πολλές φορές προφορική, πρόταση του άμεσα προϊσταμένου του, είτε διοικητή είτε διευθυντή, ανάλογα την Υπηρεσία που υπηρετεί και τα πραγματικά δεδομένα.

Επιπροσθέτως οι ακούσιες μεταθέσεις δυστυχώς, μερικές φορές είναι απότοκες  φαινομένων και ποινικών συμπεριφορών   υπηρεσιακού μπούλινγκ (BULLYING) - MOBBING, που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 4 του ν. 4808/2021 και της σχετικής Υπουργικής Απόφασης με Αριθμό ΔΙΔΑΔ/Φ.64/946/οικ.858/2023 με αριθμό ΦΕΚ 343/Β/26-1-2023 και τίτλο "Πρόληψη και αντιμετώπιση φαινομένων βίας και παρενόχλησης στην εργασία σε φορείς του Δημοσίου", που αφορά όλο τον Δημόσιο Τομέα ανεξαιρέτως, κάτι που θα πρέπει, ενδεχομένως, ανάλογα και αυτεπαγγέλτως, από τις Εισαγγελικές Αρχές, απο την Ηγεσία της Ελληνικής Αστυνομίας, απο την Εθνική Αρχή Διαφάνειας και από τον Συνήγορο του Πολίτη, εφόσον υποβληθεί η σχετική καταγγελία!

Το εργασιακό υπηρεσιακό μπούλινγκ (τραμπουκισμός και ψυχολογική βία) εκδηλώνεται είτε με παθητικό τρόπο, όπως με τον τεχνηέντως και σιωπηρή αποκλεισμό του θιγόμενου Αστυνομικού από συγκεκριμένα υπηρεσιακά καθήκοντα ή ανάθεση καθηκόντων που δεν αρμόζουν στον βαθμό και στην εμπειρία του, καθώς και τον συνακόλουθο σιωπηρό περαιτέρω αποκλεισμό του από το περιβάλλον της εργασίας του κ.α., είτε με ενεργητικό τρόπο, δηλαδή με τον κοινώς διακριτοί τρόπο των διαφόρων εκφοβισμών, σκληρή συμπεριφορά κ.α.

Έτσι τα παραπάνω φαινόμενα που είναι σύνοδα, προηγούμενα και επακόλουθα (NEXUS, δηλαδή ψυχικός δεσμός του μπούλινγκ και της ακούσιας μετάθεσης) των ακούσιων μεταθέσεων, οδηγούν σε υπηρεσιακή απομόνωση τον θιγόμενο Αστυνομικό, που πολλές φορές δεν προβαίνει σε εγγραφή καταγγελία και αναφορά παραπόνων για την προάσπισή του, για διάφορους προφανείς λόγους. Το αποτέλεσμα είναι πως ενώ τα φαινόμενα αυτά τις περισσότερες φορές, δυστυχώς,  δεν καταγγέλλεται, δεν σημαίνει ότι μία

Συντεταγμένη Ευρωπαϊκή Πολιτεία δεν οφείλει να τα εξετάζει αυτεπάγγελτα και να θέτει τους υπαίτιους προ των ευθυνών τους, σύμφωνα με τις διατάξεις της Εθνικής νομοθεσίας, της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) και του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σχετικά με την Ανθρώπινη Αξιοπρέπεια και την τιμή και την υπόληψη του Ανθρώπου Εργαζόμενου Αστυνομικού!

Σε κάθε περίπτωση το Αστυνομικό Συνδικαλιστικό Κίνημα, διαχρονικά έχει αποδείξει ότι βρίσκεται πάντοτε στο πλευρό των θιγόμενων και αδικημένων Αστυνομικών και επάξια, όσο δύναται, προστατεύει τα εργασιακά, υπηρεσιακά, κοινωνικά, ανθρώπινα δικαιώματα όλων, ανεξαιρέτως, των Ελλήνων Αστυνομικών. Αυτό θα συνεχίσει να γίνεται πάντα με ενωτικό πνεύμα κι εγώ προσωπικά θα είμαι πάντοτε στο πλευρό του κάθε συναδέλφου, όπως όλες οι Αστυνομικές συνδικαλιστικές οργανώσεις και ιδιαίτερα οι πρωτοβάθμιες Ενώσεις Αστυνομικών Υπαλλήλων.

 

ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ ΘΕΟΦΙΛΟΣ

Αστυνόμος Β',

Αστυνομικός Συνδικαλιστής 


Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια