Ticker

6/recent/ticker-posts

728x90

Η εκτέλεση του Γιατρού Δημοσθένη Γρίβα στην Καρδίτσα


Ο Κλεάνθης Γρίβας, γράφει για την δολοφονία του γιατρού πατέρα του Δημοσθένη Γρίβα, μετά από απόφαση που πήρε το Έκτακτο Στρατοδικείο στο «Κιέριον» της Καρδίτσας στις 13 Ιουνίου 1947.

Συνήγορος του ήταν ο δικηγόρος Γιώργος Αναγνωστόπουλος (πατέρας του μετέπειτα υπουργού της ΝΔ, Θ. Αναγνωστόπουλου) που ειδοποιήθηκε λίγη ώρα πριν από τη δίκη.

Ο Δημοσθένης Γρίβας γεννήθηκε το 1912 και εκτελέστηκε από τους εθνικιστές το 1947, σε ηλικία 35 ετών.

Ο πατέρας του, Βασίλης Γρίβας, γιατρός και διδάκτορας της ιατρικής (1899), ήταν «ένας από τους ηγέτες της εξέγερσης των αγροτών της Θεσσαλίας» και των γεγονότων του Κιλελέρ (1910). Στις 19-6-1910 παραπέμφθηκε μαζί με 34 άλλους συντρόφους του στο κακουργιοδικείο της Χαλκίδας όπου στις 23-6-1910 οι ένορκοι αθώωσαν όλους τους κατηγορούμενους.

[βλ. Γιάννης Κορδάτος, Ιστορία της Νεώτερης Ελλάδας. Αθήνα, 20ός Αιώνας, 1958, τόμ. 5, σελ. 185-194. Τα πρακτικά της δίκης και η απολογία του Βασίλη Γρίβα καταχωρούνται στο Γιώργος Καρανικόλας, Κιλελέρ, Αθήνα, Μπάυρον, 1980, σελ. 358-9].

Ο Δημοσθένης Γρίβας, νεαρός φοιτητής εγκολπώθηκε τις ιδέες της αριστεράς κατά τη διάρκεια των σπουδών του στην ιατρική σχολή του πανεπιστημίου Αθηνών, απ' όπου πήρε το πτυχίο του το 1939.

Την ίδια χρονιά παντρεύτηκε την Έλλη Συμεωνίδου, τότε φοιτήτρια της νομικής, με την οποία έκαναν δυο παιδιά, τον Βασίλη (1940) και τον Κλεάνθη (1944).

Το 1941, αρνήθηκε να υποχωρήσει σε ποικίλες πιέσεις για να καλωσορίσει τους Γερμανούς κατακτητές κατά την είσοδο τους στην Καρδίτσα (δεδομένου ότι τότε ήταν ο μόνος επιστήμονας στην πόλη που μιλούσε γερμανικά). Και, προκειμένου να αποφύγει τα αντίποινα των Γερμανών, βγήκε στο βουνό (συνοδευόμενος από τη γυναίκα του) πολύ πριν σχηματιστούν οι πρώτες αντάρτικες ομάδες.

Ήταν μέλος του Αγροτικού Κόμματος Ελλάδας και του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου (ΕΑΜ) από τη στιγμή της δημιουργίας του και υπηρέτησε ως γιατρός στο «Υγειονομικό Σώμα» του ΕΛΑΣ μέχρι την απελευθέρωση.

Η απολύτως ανιδιοτελής άσκηση της ιατρικής και η πολιτική και πολιτιστική του δραστηριότητα, του εξασφάλισαν το μίσος της ντόπιας ιατρικής συντεχνίας και των πολιτικών του αντιπάλων, που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην καταδίκη του σε θάνατο από τους ένστολους φονιάδες του Έκτακτου Στρατοδικείου Καρδίτσας κατά τον εμφύλιο πόλεμο (Ιούνιος 1947), ύστερα από μια παρωδία «δίκης» που έγινε απροειδοποίητα, υπό καθεστώς τρομοκρατίας και χωρίς μάρτυρες κατηγορίας.

Η δεξιά «λευκή τρομοκρατία» που κάλυψε τη χώρα μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας τον ανάγκασε να βγει στο βουνό ως γιατρός του «Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας».

Όπως σημειώνει ο Επαμεινώνδας Σακελλαρίου, αρχίατρος του ΕΛΑΣ αρχικά και στη συνέχεια του ΔΣΕ:

«Η ζωή του γιατρού στο Αντάρτικο έχει δραματικές εξελίξεις μεταξύ καθήκοντος και ζωής. Παράδειγμα ο γιατρός Δημοσθένης Γρίβας από την Καρδίτσα, ίσως και άλλοι που δεν περιέπεσαν στην αντίληψη μου... Ο γιατρός Δημοσθένης Γρίβας πιάστηκε στα Άγραφα μαζί με τραυματίες από τα κυβερνητικά στρατεύματα, πέρασε από Στρατοδικείο και με απόφαση του εκτελέστηκε στις 20 Ιουνίου του 1947… Ο γιατρός πιάστηκε μαζί με τους τραυματίες: αυτό δείχνει ότι τήρησε τον Ιατρικό Όρκο που έδωσε. Παρέμεινε μαζί τους και θυσιάστηκε, δεν τους εγκατέλειψε για να αποφύγει τη σύλληψη και την καταδίκη του από το Στρατοδικείο. Γι' αυτό νομίζω ότι επαξίως μπορεί να κηρυχθεί ως ήρωας, τηρητής του Ιατρικού Όρκου. Και θεωρώ πως το Κράτος πρέπει να επιληφθεί και να κατοχυρώσει με ειδική νομολογία τους ‘Ήρωες του Ιατρικού Όρκου’». [Βλ. Επαμεινώνδας Σακελλαρίου, Διαθέσαμε τη ζωή μας, Θεσσαλονίκη, 1991, σ.. 12 και 108].

[Όλα τα στοιχεία που περιλαμβάνονται σ το κείμενο, και όλο το ανέκδοτο υλικό -αλληλογραφία και φωτογραφίες- που αφορά τον Δημοσθένη Γρίβα, βρίσκονται στο αρχείο του γράφοντος]

Δίκη και εκτέλεση κατά παραγγελία

Για να αποφευχθούν λαϊκές αντιδράσεις και να καταστεί αδύνατη η προετοιμασία της υπεράσπισης του, η δίκη του ορίστηκε αιφνιδιαστικά και έγινε στο Έκτακτο Στρατοδικείο στο «Κιέριον» της Καρδίτσας στις 13 Ιουνίου 1947. Στη διάρκεια της δίκης οι αρχές επέβαλαν το κλείσιμο των καταστημάτων της πόλης.

Συνήγορος του ήταν ο δικηγόρος Γιώργος Αναγνωστόπουλος (πατέρας του μετέπειτα υπουργού της ΝΔ, Θ. Αναγνωστόπουλου) που ειδοποιήθηκε λίγη ώρα πριν από τη δίκη.

Μάρτυρες κατηγορίας δεν υπήρχαν, ενώ ορισμένοι στρατιώτες του «εθνικού» στρατού (που είχαν αιχμαλωτιστεί από τους αντάρτες, είχαν νοσηλευτεί από τον Δημοσθένη Γρίβα και στη συνέχεια ανταλλάχτηκαν με αντάρτες που είχαν πιαστεί από το στρατό) μετεξελίχτηκαν σε μάρτυρες υπεράσπισης του. Ανάμεσα τους ήταν και ο γιατρός Αθανάσιος Νασιάκος. Όλοι τους έπλεξαν το εγκώμιο του ήθους και της συμπεριφοράς του Δημοσθένη Γρίβα ο οποίος, όπως κατέθεσαν, «δεν έκανε καμιά διάκριση μεταξύ των αριστερών και των δεξιών».

Για αυτή την παρωδία δίκης, η ημερήσια εφημερίδα των Τρικάλων «Θάρρος» γράφει στις 14 Ιουνίου 1947:

«Κατά την απολογία του ο κατηγορούμενος μίλησε επί μία ώρα αναφερθείς αρχικώς εις :ους λόγους οι οποίοι τον εξανάγκασαν να κρύπτεται εντός της πόλεως λόγω της αποφάσεως της Επιτροπής Ασφαλείας διά της οποίας είχε εκτοπισθεί επί ένα έτος.

Ισχυρίστηκε, εν συνεχεία ότι αναγκάσθηκε να μεταβεί στην Μπελοκομίτη, για να εργαστεί ως ιατρός εις την περιφέρεια. Καταλήγοντας, είπε ότι δεν αποδίδει σημασία στην καταδίκη του, αλλά ενδιαφέρεται αποκλειστικώς για τον μη χαρακτηρισμό του από το Στρατοδικείο ως κοινού ληστή, γεγονός το οποίο θα συνεπαγόταν την κηλίδωση της τιμής του.

Ο Βασιλικός Επίτροπος μίλησε δι' ολίγων και ζήτησε την επιβολή της εσχάτης των ποινών. Το απόγευμα εξεδόθη η απόφαση με την οποία επιβλήθηκε εις τον Δημοσθένη Γρίβα η ποινή του θανάτου. Αίτηση της υπερασπίσεως να εκφρασθεί η ευχή του Στρατοδικείου προς μετριασμό της ποινής απερρίφθη.

Αυτή η καθ' υπαγόρευση δίκη χωρίς μάρτυρες κατηγορίας, συγκλόνισε την τοπική κοινωνία και παρότι η αντιπαλότητα και το μίσος της ντόπιας ιατρικής συντεχνίας και των πολιτικών αντιπάλων του γιατρού Δημοσθένη Γρίβα αποτέλεσαν τα ξύλα για το προσάναμμα της πυράς, οι ενοχές και η αμηχανία τους ήταν καθολική.

Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι μετά την εκφώνηση της καταδικαστικής απόφασης, ο πρόεδρος του στρατοδικείου δήλωσε στη γυναίκα του Έλλη, παρουσία του δικηγόρου του, «Λυπάμαι πολύ κυρία Γρίβα. Ο άνδρας σας είναι αθώος. Πιέστηκα αφάνταστα για να βγάλω αυτή την απόφαση και δεν είχα άλλη εκλογή». Ενώ, ο αρχιμανδρίτης που τον εξομολόγησε πριν εκτελεστεί, είπε στους δικούς του: «Δεν ήμουν άξιος να εξομολογήσω έναν τέτοιο άνθρωπο».

Στις 20 Ιουνίου 1947, σε ηλικία 35 ετών, ο γιατρός Δημοσθένης Γρίβας οδηγήθηκε στο εκτελεστικό απόσπασμα, φορώντας τις πυτζάμες του, γιατί είχε χαρίσει το κοστούμι και το πανωφόρι του σε συγκρατούμενους τους («για να συνεχίσουν να είναι χρήσιμα»).

Δυο αποσπάσματα κατά σειρά (που αποτελούνταν από συμπατριώτες του και τον γνώριζαν), αρνήθηκαν να εκτελέσουν τη διαταγή «Σκοπεύσατε. Πυρ» και αντικαταστάθηκαν από ένα τρίτο απόσπασμα που το αποτελούσαν στρατιώτες προερχόμενοι από άλλα μέρη της Ελλάδας.

Θάφτηκε σε έναν ομαδικό τάφο που κρατήθηκε μυστικός από την οικογένεια του επί δύο εβδομάδες.

Στη διάρκεια του Εμφυλίου, από το σύνολο των γιατρών του Υγειονομικού Σώματος του ΔΣΕ πέντε έχασαν τη ζωή τους:

● Δυο καταδικάστηκαν σε θάνατο από τους ένστολους φονιάδες των Εκτάκτων Στρατοδικείων και στήθηκαν στο εκτελεστικό απόσπασμα (ο Δημοσθένης Γρίβας στην Καρδίτσα στις 20-6-1947 και ο Κουβαράς).

● Τρεις σκοτώθηκαν σε επιθέσεις του «εθνικού» στρατού κατά των ανταρτών (ο Νίκος Κουκουλιός ή Παλιούρας στον Κόζιακα την άνοιξη του 1947, ο Αθανάσιος Καράμπαμπας στην Κεντρική Μακεδονία το 1948 και ο Κουρδουκλάς στον Όλυμπο το 1949).

[Βλ. Επαμ. Σακελλαρίου: Το Υγειονομικό του Δημοκρατικού Στρατού, Αθήνα, Τολίδης, χ.χ., σ. 8-9 και 31]

Τα περιουσιακά του στοιχεία και η διάθεση τους

Ίσως φανεί παράξενο το ότι στέκομαι στο σημείο αυτό, που είναι όμως ένα απτό δείγμα αλλά και παράδειγμα ενός άλλου ήθους και μιας άλλης εποχής που έχει πλέον οριστικά, ίσως, παρέλθει.

Ο Δημοσθένης Γρίβας, αν και γιατρός ο ίδιος (και γιος διδάκτορα της ιατρικής σε μια εποχή που οι γιατροί με διδακτορικό στην Ελλάδα μπορούσαν να μετρηθούν στα δάκτυλα των δυο χεριών), τα μόνα περιουσιακά στοιχεία που κατείχε την ώρα της εκτέλεσης του, είναι τα γυαλιά, το δακτυλίδι, η ταυτότητα, η βέρα, το ρολόι, η σιγαροθήκη, ο αναπτήρας, τα ξυριστικά εργαλεία, το πουλόβερ, το στυλό του και ένα χειροποίητο σκάκι, τα οποία, στο τελευταίο του γράμμα στη γυναίκα του, της ζητάει να τα μοιράσει στους δικούς του σαν ενθύμιο:

«Από τα λίγα ατομικά μου πράγματα πού αφήνω, δώσε στους δικούς μας από κάτι για ενθύμιο. Στη μανούλα μας, τα γυαλιά μου, εσύ να κρατήσεις το δακτυλίδι και την ταυτότητα, τη βέρα μου να την κάνεις ενθύμιο στον Τούλη, το ρολόι μου στο Λάκη, στο Μήτσο μας, την μαύρη σιγαροθήκη, στον αδελφό μας Γιώργο, τον αναπτήρα μου, στον Κροίσο τα ξυριστικά εργαλεία, στον Βάγιο μας το πουλόβερ, στον Αποστολάκη της Πόπης το στυλογράφο. Το σκάκι καμωμένο από αγαπητούς φίλους συγκροτούμενους να το κρατήσεις για ενθύμιο».

Ενώ για τα υπόλοιπα «περιουσιακά» του στοιχεία (δηλαδή τις μελέτες, εισηγήσεις και ομιλίες που έκανε σε λαϊκά σεμινάρια και δημόσιες εκδηλώσεις του ΕΑΜ), οι οδηγίες που αφήνει στη γυναίκα του είναι: «αφού τις αντιγράψεις να τις κρατήσεις για ενθύμιο και τα αντίγραφα να τα παραδώσεις εν καιρώ στον προορισμό τους».

Δημοσθένης Γρίβας: Τρία ανέκδοτα γράμματα

1. Γράμμα στη γυναίκα του Έλλη

Καρδίτσα 14 Ιουνίου 1947

Ελλίτσα μου,

Παραδόξως διατηρώ απόλυτη ψυχραιμία στις τελευταίες στιγμές της ζωής μου. Προδιέθεσα τον εαυτό μου για τον θάνατο. Μου φαίνεται ότι θα τον αντιμετωπίσω σαν παιχνιδάκι.

Για να μη χάσω την ψυχραιμία μου και γελοιοποιηθώ, θα σας παρακαλέσω να αποφύγεις εσύ, η μαμά και τα παιδιά να με δείτε, χωρίς να το θεωρήσετε αυτό σαν αδιαφορία. Οι άλλοι μπορούν να μ' επισκεφθούν.

Φροντίστε να πάρετε όλα τα πράγματα μου, τα όποια αναγράφονται λεπτομερώς σε σημείωμα μου μαζί με τις τελευταίες οδηγίες μου, και να διατεθούν σύμφωνα με τις θελήσεις πού διατύπωσα.

Κουράγιο αγαπημένοι μου. Η ζωή είναι ένα φευγαλέο όνειρο και ό θάνατος ένας διαρκής ύπνος.

Σάς φιλώ

Δήμος

Οδηγίες

1) Να συγκεντρώσεις όλα τα βιβλία μου. Από τον Τάκη Αλλαμανή θά ζητήσεις τρεις τόμους Ειδικής Νοσολογίας. Να συγκεντρώσεις τις μελέτες, διαλέξεις και χρονογραφήματα.

2) Να ζητήσεις από τους συγκρατούμενους μου Κανταρζή Νίκο και Κασούρα τη μεγάλη σύριγγα μου (είναι στο Σχολείο).

3) Να ζητήσεις από τον Βάϊο Τσελίκα από την Καρδίτσα το σακάκι πού άφησα σ' αυτόν φεύγοντας από το σπίτι του. Συχνάζει στον Χαρίλαο Αλεξόπουλο.

4) Να πάρεις όλα τα πράγματα μου από το συρτάρι του φαρμακείου (φάρμακα και επιδέσμους να τα πωλήσεις στον Μαλλιόπουλο).

5) Αν δεν πήρες όλα τα πράγματα μου από τον Γιώργο, να τα πάρεις.

6) Τις αρβύλες μου να τις κάνεις αρβυλάκια για τη Γεωργία.

Ελλίτσα

Σου στέλνω την πετσέτα. Επίσης, μέσα στην πετσέτα θα βρείτε:

1) Τα ακουστικά μου.

2) Την οδοντόβουρτσα.

3) Μια σακούλα ζάχαρη.

4) Μια εφημερίδα πού γράφει για την καταδίκη.

5) Το πινέλο και των οδοντόπαστα.

6) Ένα σακάκι για ενθύμιο, που μου δώρισαν οι συγκρατούμενοι μου.

7) Δύο μαντήλια, άπλυτα.

Τα άλλα πράγματα θα τα ζητήσετε μετά την εκτέλεση μου.

Δήμος

Υ.Γ. Ας έρχεται πρωί και απόγευμα ό Μήτσος ή ό Γιώργος (τονώνεται το ηθικό μου όταν τους βλέπω).

2. Γράμμα στη γυναίκα του Έλλη

Σάββατο 13 Ιουνίου 1947

Αγαπημένη μου Έλλίτσα,

Στις τελευταίες στιγμές της ζωής μου, όλη ή σκέψη μου πετάει κοντά σου, στ' αγαπημένα μας αγγελούδια Λάκη και Τούλη, στη δυστυχισμένη μανούλα και Μήτσο και στους συγγενείς και φίλους.

Αν στη συντροφική μας ζωή σε ψύχρανα κάποτε, θέλω να πιστέψεις πώς δεν το έκανα σκόπιμα. Για μένα ήσουν πάντα μια υπέροχη συντρόφισσα, ένα αγνό διαμάντι. Σου άξιζε γι' αυτό καλλίτερη τύχη.

Λυπάμαι πού δεν μπόρεσα να σου χαρίσω την ευτυχία πού ονειρευόμουνα. Ή κοινή μας ζωή ήταν ένας διαρκής αγώνας γεμάτος κόπους και περιπέτειες. Φεύγω από κοντά σου με τις καλύτερες αναμνήσεις για σένα. Στάθηκες στο πλευρό μου και στις τελευταίες ήμερες μου και αγωνίστηκες για τη διάσωση μου υπεράνθρωπα.

Όπως τότε, έτσι και υστέρα από τον άδικο χαμό μου να σταθείς ψύχραιμη και υπερήφανη γιατί ό σύντροφος σου δεν υπήρξε ποτέ εγκληματίας αλλά ένας αλτρουιστής που τον εαυτό του και την επιστήμη του διέθεσε για την εξυπηρέτηση των λαϊκών μαζών. Αυτό είναι πασίγνωστο και δεν μπορούν ούτε οι εχθροί μου να το αρνηθούν (εννοώ τους πολιτικούς εχθρούς, γιατί προσωπικούς δεν είχα ποτέ). Μαζί με τη δική σου σκέψη θα ενώνεται και ή σκέψη χιλιάδων ανθρώπων του λαού που γνώρισαν τον εσωτερικό μου κόσμο.

Στάσου ψύχραιμη και αντιμετώπισε τη ζωή γενναία. Ανάθρεψε τα δύο αγγελούδια μας με προσοχή ώστε να γίνουν μια μέρα αντάξιοι διάδοχοι μου. Να έχεις εμπιστοσύνης στα ευγενικά ιδανικά και στη δικαίωση τους.

Όσο για την ατομική σου ζωή, είσαι απολύτως ελεύθερη από κάθε ηθική δέσμευση απέναντι στη μνήμη μου. Αν χρειασθεί να ξαναδημιουργήσεις τη ζωή σου, μη διστάσεις διόλου. Το μόνο που πρέπει να προσέξεις είναι τα παιδιά μας. Να τα μεγαλώσεις προσεκτικά και να τους εμφυσήσεις τις πραγματικές κοινωνικές ιδέες ώστε να μην αποξενωθούν ποτέ από το λαό. «Κοντά στο λαό και για το λαό», να είναι το «πιστεύω» τους.

Διευθέτησε όλες τις εκκρεμείς υποθέσεις, συγκέντρωσε όλα τα σκόρπια πράγματα και τα βιβλία. Όσο για τις διαλέξεις και τις μελέτες μου, αφού τις αντιγράψεις, να τις κρατήσεις για ενθύμιο και τα αντίγραφα να τα παραδώσεις εν καιρώ στον προορισμό τους (θα βρεις φίλους να σε κατατοπίσουν).

Από τα λίγα ατομικά, πράγματα πού αφήνω, δώσε στους δικούς μας από κάτι για ενθύμιο. Στη μανούλα μας, τα γυαλιά μου, εσύ να κρατήσεις το δακτυλίδι και την ταυτότητα, τη βέρα μου να την κάνεις ενθύμιο στον Τούλη, το ρολόι μου στο Λάκη, στο Μήτσο μας την μαύρη σιγαροθήκη, στον αδελφό μας Γιώργο τον αναπτήρα μου, στον Κροίσο τα ξυριστικά εργαλεία, στον Βάγιο μας το πουλόβερ, στον Αποστολάκη της Πόπης το στυλογράφο. Το σκάκι καμωμένο από αγαπητούς φίλους συγκρατούμενους να το κρατήσεις για ενθύμιο.

Δώσε τους τελευταίους χαιρετισμούς μου σε όλους τους συγγενείς, φίλους και γνωστούς.

Φίλησε από μέρους μου τα παιδάκια μας.

Σε φιλώ

Δήμος

Υ.Γ. Επιθυμία μου είναι να βαφτίσεις τα κοριτσάκια του κουμπάρου μας και της Μαρίας του Κώστα (στο πρώτο να δώσεις το όνομα Ηλέκτρα και στο δεύτερο αυτό που του έδωσα και που το ξέρει η ίδια).

3. Γράμμα στην αδελφή του Πόπη και τον σύζυγο της Βάιο Νικολόπουλο

Καρδίτσα 12 Ιουνίου 1947

Αγαπημένοι μου Βάγιο καί Πόπη

Είμαι θύμα της πολιτικής σκοπιμότητας. Καταδικάστηκα σε θάνατο χάρις στην εμπάθεια των αντιφρονούντων συμπολιτών μας. Φεύγω από τη ζωή χωρίς να ανταποκριθώ στις υποχρεώσεις που ανέλαβα απέναντι σου και της αδελφούλας μου. Το όνειρό μου ήταν να σπουδάσω τον Αποστολάκη μας, ήταν άτυχος ό καημένος.

Δεν θέλω να στεναχωρηθείτε καθόλου για το θάνατο μου. Εκείνοι που συνέργησαν σ' αυτόν, θα τιμωρηθούν. «Εστί δίκης οφθαλμός ος τα πάνθ' ορά».

Σας ευχαριστώ για τις προσπάθειες διασώσεως μου που καταβάλατε.

Ευχαρίστησε εκ μέρους μου τον Θανασάκη που εκδήλωσε τη συμπάθεια του για μένα και ενήργησε, έστω και χωρίς αποτέλεσμα.

Όσο για τον Γιώργο και τους δισταγμούς του να ενδιαφερθεί για μένα, δεν έχω τίποτα να γράψω. Ας ζήσει κι' ας ευτυχήσει στη ζωή του μ' ένα βάρος στην ψυχή του.

Φιλήστε μου τον Λάκη.

Δώστε τους τελευταίους χαιρετισμούς μου στους θείους και τους συγγενείς της Έλλης.

Φεύγω με ήσυχη τη συνείδηση ότι δεν έκανα κακό σε κανέναν. Τα αλτρουιστικά μου αισθήματα θα μείνουν παροιμιώδη όπου εργάσθηκα. Μου είναι αρκετό ότι ένα μεγάλο μέρος λαού θα με θυμάται και θα μ' ευγνωμονεί.

Σας φιλώ για τελευταία φορά

Δήμος Γρίβας

ιατρός

[Σημείωση Κ.Γ.: O «Αποστολάκης» είναι ο ανιψιός του Απόστολος Νικολόπουλος που, αργότερα, κόσμησε τη δικαιοσύνη, ως εισαγγελέας].

Η ταυτότητα της «δίκης» στο Έκτακτο Στρατοδικείο Καρδίτσας

(13 Ιουνίου 1947)

Ο γιατρός ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ ΓΡΙΒΑΣ (1912-1947) καταδικάστηκε σε θάνατο στις 13 Ιουνίου 1947 με απόφαση των ένστολων φονιάδων που απάρτιζαν το Έκτακτο Στρατοδικείο Καρδίτσας και δολοφονήθηκε στις 20 Ιουνίου 1947 στο εκτελεστικό απόσπασμα σε ηλικία 35 ετών

1. Οι ένστολοι φονιάδες

ΘΕΟΧΑΡΟΠΟΥΛΟΣ Ανδρέας Αντ/χης πεζικού, πρόεδρος

ΘΥΜΗΣ Σπυρίδων Ταγ/χης πεζικού

ΖΑΛΑΧΩΡΗΣ Νικόλαος Ταγ/χης πεζικού

ΛΥΡΙΤΖΗΣ Αθανάσιος Λοχαγός πεζικού

ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ Κων/νος Λοχαγός πεζικού

ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ Γεώργιος Βασιλικός επίτροπος

ΡΑΜΦΟΣ Ιωάννης Υπολ/γός ΣΔ, γραμματέας

(Οι περισσότεροι έκαναν καριέρα «εθνικόφρονα» στο παρακράτος του ΙΔΕΑ)

2. Οι μάρτυρες κατηγορίας

ΚΑΝΕΝΑΣ

3. Οι μάρτυρες υπεράσπισης

ΑΝΤΩΝΙΟΥ Άγγελος

ΑΡΓΥΡΙΟΥ Νικόλαος

ΓΡΙΒΑΣ Γιώργος

ΚΑΟΥΡΑ Δέσποινα

ΛΙΑΚΟΥ Δήμητρα

ΣΑΜΑΡΑΚΗΣ Ιωάννης

 









Δημοσίευση σχολίου

1 Σχόλια

Ο χρήστης Unknown είπε…
Αντικειμενικό πάνω από όλα.Ζητω ο Στάλιν