Ticker

6/recent/ticker-posts

728x90

Η κόλαση της Μόριας μέσα από τα μάτια των δημοσιογράφων


Η κόλαση της φωτιάς στη Μόρια μας «θύμισε» ότι 13.000 άνθρωποι παρέμεναν στοιβαγμένοι, επί μήνες, σ’ έναν καταυλισμό που είχε χαρακτηρισθεί ως η «ντροπή της Ευρώπης». 
Οι φλόγες ανέδειξαν, για μία ακόμη φορά, εικόνες που ξεπερνούν την ανθρώπινη λογική. Είδαμε ελπίδες να σβήνουν μέσα στα αποκαΐδια. Αντικρίσαμε βλέμματα να βουλιάζουν στον «βούρκο» του αγώνα για την επιβίωση. Γίναμε μάρτυρες των συνεπειών της ανθρώπινης εγκατάλειψης.

 

Πόσο εύκολο είναι όμως για τους ανθρώπους που έχουν αναλάβει την πληροφόρησή μας να έρχονται σε επαφή με όλη αυτή την τραγωδία; Πώς μπορεί να διαχειρισθεί κάποιος δημοσιογράφος ή φωτορεπόρτερ όλη αυτή την κόλαση που εκτυλίσσεται γύρω του;

 

Το Thesstoday.gr απευθύνθηκε στους απεσταλμένους των ΜΜΕ στη Μόρια και ζήτησε τη δική τους περιγραφή.

 

Ζητήσαμε να μάθουμε όλα αυτά που βίωσαν αλλά κυρίως που ένιωσαν πίσω από τους προβολείς, τα μικρόφωνα ή το φωτογραφικό φακό. Το φόβο και τη δυστυχία που διέκριναν στα μάτια των προσφύγων και των μεταναστών. Την αγωνία για ένα καλύτερο «αύριο» που μοιάζει ολοένα και πιο μακρινό. Και τα λόγια των ανθρώπων της ενημέρωσης ήταν τόσο δυνατά που έμοιαζαν με γροθιά στο στομάχι.

 

Μέσα από προσωπικές ιστορίες και διηγήσεις μας αποκάλυψαν τις προσπάθειές τους να παραμείνουν ψύχραιμοι όσο είναι ανοιχτό το μικρόφωνο ή η φωτογραφική κάμερα. Όταν όμως αυτά κλείνουν τότε ναι, ακόμη και ο πιο δυνατός «λυγίζει».

 

Δημήτρης Φρέσκος, δημοσιογράφος από το κανάλι OPEN, περιγράφει πως, «υπάρχει ένα τεράστιο ανθρωπιστικό ζήτημα στη Μόρια, όπως επίσης υπάρχει και ένα αγανακτισμένο συναίσθημα από τους κατοίκους. Είναι μία κατάσταση με πάρα πολύ ευαίσθητες ισορροπίες, μία λεπτή κλωστή.

Ο δημοσιογράφος προσπαθεί να καταλάβει και να κατανοήσει και τις δύο πλευρές, καθώς φαντάζομαι, πως όποιος και να έρθει σε αυτόν τον χώρο, σε τέτοιες συνθήκες, θα ξυπνήσουν τα πιο άγρια ένστικτά του.

Οι εικόνες που βλέπουμε είναι πάρα πολύ έντονες και συγκλονιστικές, που κάποιες φορές σε τρομάζουν. Μικρά παιδιά να κοιμούνται στο δρόμο μαζί με τις μητέρες τους. Ο καθένας δικαιούται μία ανθρώπινη ζωή, και ο δημοσιογράφος είναι υπέρ αυτού.

Μένουν πράγματα χαραγμένα μέσα μας, μεταφέροντας όμως την είδηση, δεν πρέπει να αφήσουμε το συναίσθημα να μας κυριαρχήσει.

Αυτό που διαπιστώνουμε όλοι μας εδώ, είναι πως αν υπήρχε καλύτερη επικοινωνία, από όλες τις πλευρές, θα ήταν πολύ διαφορετικά τα πράγματα.

Επικρατεί ο όχλος και η παραφιλολογία, και αυτό οδηγεί τον κόσμο σε ακραίες αντιδράσεις».

Μαρίνος Αλειφέρης, δημοσιογράφος από το κανάλι MEGA, από την πλευρά του αναφέρει πως, «η καθημερινότητα είναι απαιτητική, γιατί δουλεύω για ένα κανάλι που έχει πρόγραμμα από νωρίς το πρωί, οπότε αυτό το μέσο πρέπει κάθε λεπτό να μεταδώσει την εικόνα που συμβαίνει, και εγώ να είμαι έτοιμος για αυτό.

Μόλις τελειώνει η μέρα, βλέποντας όλα αυτά που συμβαίνουν μπροστά μου και γύρω μου, απλά νιώθω πολύ τυχερός που δεν έχω ζήσει αυτά που βιώνουν αυτοί οι άνθρωποι, και εύχομαι να μην τα ζήσει κανένας άλλος.

Είναι τραγικές εικόνες. Προσπαθώ, ειδικά όσον αφορά τα παιδιά, να με θωρακίζω ψυχολογικά.

Είναι πολύ εύκολο να σε πάρει από κάτω μία εικόνα με ένα παιδάκι ξυπόλυτο να κλαίει και να πεινάει στον δρόμο.

Προσπαθώ όσο μπορώ να το αντιμετωπίζω επαγγελματικά. Πάντα θα σε επηρεάζουν αυτές οι εικόνες και θα μένουν στο μυαλό, ειδικά όταν ηρεμείς και πέφτεις στο κρεβάτι να κοιμηθείς.

Κώστας Κουκουμάκας, δημοσιογράφος από το Vice,  από την μεριά του περιέγραψε πως «καλύπτω το προσφυγικό πάρα πολλά χρόνια. Έχω πάει στον Έβρο, έχω πάει στην Ειδομένη τα άγρια χρόνια, αυτό το πράγμα που είδα στην Μόρια δεν το έχω ξαναδεί πουθενά.

Όταν φτάσαμε εκεί, ήταν σαν να είχε πέσει βόμβα. Ήταν καμένα τα πάντα, στην ατμόσφαιρα υπήρχε μία τοξική μυρωδιά, στην κυριολεξία δεν είχε μείνει τίποτα.

Μία περίεργη εικόνα ήταν που είχε πάρα πολλές νεκρές καμένες γάτες, το οποίο συνετέλεσε στο να δημιουργηθεί ένα κλίμα τόσο άρρωστο και τόσο εφιαλτικό, που δεν υπάρχουν λόγια.

Εκείνη την ώρα επειδή έχεις στο μυαλό σου να κάνεις την δουλειά σου, δεν προλαβαίνεις να σκεφτείς πάρα πολλά, είσαι σε κατάσταση σοκ, όση εμπειρία και να έχεις.

Αυτό το αντιλαμβάνεσαι το βράδυ αργά που πηγαίνεις στο ξενοδοχείο, και σκέφτεσαι ότι πραγματικά δεν μπορεί να περιγραφεί αυτή η δυστυχία.

Λίγο λίγο αφήνει κάτι μέσα μας, αυτό που αντικρίζουμε και ζούμε, γιατί και εμείς είμαστε άνθρωποι.

Για 3-4 ημέρες ήμουν ήρεμος όταν γύρισα, και ξαφνικά ένα βράδυ, όσο οδηγούσα προς το σπίτι, άρχισα να κλαίω και δεν ήξερα τον λόγο, δεν μπορούσα να το σταματήσω.

Έβλεπα παιδάκια στους δρόμους να πεινάνε και να διψάνε, και μόλις είδα το δικό μου το παιδί που έχει τις ανέσεις του, ναι μεν ένιωσα πολύ χαρούμενος για αυτό, αλλά ταυτόχρονα είναι διπλό το βάρος, με τις εικόνες που έχω.

Νικόλας Οικονόμου, φωτορεπόρτερ για το Ruptly μίλησε για την δική του εμπειρία στη Μόρια, λέγοντας πως, «Οι εικόνες που βλέπουμε είναι τραγικές και έντονες, αλλά όσοι καλύπτουμε το προσφυγικό χρόνια, όσο παράξενο και αν ακούγεται, πλέον το έχουμε συνηθίσει.

Παρόλα αυτά, είναι κάποια πράγματα που αντικρίζεις και δεν μπορείς να τα προσπεράσεις.

Βλέπουμε να μαχαιρώνονται μεταξύ τους ακόμη και για ένα κομμάτι ψωμί, ή για ένα μπουκάλι νερό, δηλαδή για πράγματα που εμείς θεωρούμε δεδομένα.

Μέσα σε όλο αυτό το χάος, υπήρχαν γυναίκες που έκαναν την προσευχή τους να αλλάξει η κατάσταση, με μικρά κοριτσάκια κατά την διάρκεια της προσευχής να κλαίνε, αυτό είναι μία ζωντανή απελπισία.

Έχουμε ξεχάσει να τρώμε, δεν είμαστε και εμείς καθαροί, φοβόμαστε να μην κολλήσουμε τον κορωνοϊό.

Υπήρχαν εθελοντές που μοιράζουν φαγητό, έφεραν δύο κιβώτια και περίμεναν εκατοντάδες άτομα.

Όταν τελείωσε το φαγητό, άρχισαν να μαλώνουν. Συγκεκριμένα, ένας πήρε ένα ξύλο για να μαχαιρώσει και να το καρφώσει στον άλλον για να του πάρει το φαγητό.

Μέχρι και ο καιρός ήταν ακραίος, είχε άπειρη ζέστη, και αυτοί οι άνθρωποι δεν έχουν νερό και φαγητό, και κοιμούνται στον δρόμο.

Εμείς γυρνούσαμε στο ξενοδοχείο, κάναμε μπάνιο, παραγγέλναμε φαγητό από το room service και μας το έφερναν στο δωμάτιο, όπως και το νερό μας, είχαμε την πισίνα από κάτω. Όλες τις ανέσεις στα πόδια μας.

Εκείνη είναι η στιγμή που σε χτυπάει συναισθηματικά πολύς πόνος, που δεν μπορώ να τον περιγράψω, για αυτό και η δουλειά μας είναι το λιγότερο που μπορούμε να κάνουμε.

Αντώνης Ρεπανάς, φωτορεπόρτερ για το humanstories.gr, μίλησε για τις εικόνες και στιγμές που έζησε, συγκεκριμένα, «μου έχει μείνει πάρα πολύ μία εικόνα. Το βράδυ που ξεκινάνε οι φωτιές, τραβάω πλάνα από το καμένο κομμάτι της Μόριας, και ξαφνικά ακούμε περίεργους ήχους γύρω μας.

Ανάβουμε έναν φακό, και βρίσκονται παντού ποντίκια, δεξιά και αριστερά.

Μία εικόνα που αντίκρισα πρώτη φορά στη ζωή μου, ήταν εκατοντάδες. Υπήρχε μία ολόκληρη πόλη με αρουραίους.

Εμένα μου θύμισε η κατάσταση που αντίκρισα τις ημέρες που ήμουν εκεί, εικόνες από την Ειδομένη και το Μάτι, δηλαδή τα καμένα που βλέπαμε, το περιβάλλον μετά την φωτιά, ήταν οι ίδιες εικόνες.

Ζωές ανθρώπων που έχουν καταστραφεί εντελώς.

Ένας Αφγανός καθόταν σε ένα σιδερένιο και μαυρισμένο κρεβάτι, μέσα σε μία μισοκαμένη σκηνή.

Τον ρώτησα τι κάνει εκεί πέρα, και μου απάντησε πως θα κοιμηθεί πάνω στο καμένο κρεβάτι, απλώνοντας μία πετσέτα.

Εδώ είναι το σπίτι μου, μου είπε, εδώ θα μείνω.

Μόλις ξέσπασε η φωτιά και άρχισε να πλησιάζει, έφυγε μαζί μας και αυτός, αλλά εκείνο το βράδυ ήταν αποφασισμένος να μείνει σε αυτό που εκείνος θεωρούσε σπίτι του, ακόμη και αν δεν υπήρχε τίποτα πλέον.

Φωτογραφίες: Αντώνης Ρεπανάς, Πάνος Μανής


Κωνσταντίνα Χαινά

https://thesstoday.gr












Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια