Ticker

6/recent/ticker-posts

728x90

Δολοφονία Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου – Χρονικό και ποινική αντιμετώπιση του δράστη


της Αγγελικής Καρδαρά.
6 Δεκεμβρίου 2008: Μία ημερομηνία, βαθιά χαραγμένη στη συλλογική μας μνήμη. Μία ημερομηνία που μάτωσε, κυριολεκτικά και μεταφορικά, τη νεολαία μας. Μια νεολαία που ήδη είχε αρχίσει να ζει έντονα στο πετσί της την οικονομική και, πρωτίστως, την κοινωνική κρίση -την κρίση αξιών και ιδανικών-. Η σφαίρα στην καρδιά του 15χρονου μαθητή «στόχευσε» στην καρδιά όλων των εφήβων και οδήγησε σε ευρείας κλίμακας επεισόδια σε ολόκληρη τη χώρα.
Το χρονικό της υπόθεσης: Ήταν Παρασκευή 6 Δεκεμβρίου του 2008, λίγο πριν από τις 9 το βράδυ. Ύστερα από έναν λεκτικό διαπληκτισμό με τον Ειδικό Φρουρό και τον συνάδελφό του, ο 15χρονος μαθητής Αλέξανδρος Γρηγορόπουλος πέφτει νεκρός από πυροβολισμό του πρώτου, στη διασταύρωση των οδών Τζαβέλλα και Μεσολογγίου στα Εξάρχεια. Ο θάνατός του ανήλικου μαθητή, σύμφωνα με το ιατροδικαστικό πόρισμα, ήταν ακαριαίος. Η σφαίρα διαπέρασε την καρδιά και καρφώθηκε στον δέκατο θωρακικό σπόνδυλο του ανήλικου θύματος. Ο Ειδικός Φρουρός, μετά την εγκληματική του ενέργεια, έβαλε το υπηρεσιακό του όπλο στη θήκη και μαζί με τον συνάδελφό του αποχώρησαν, επιστρέφοντας ψύχραιμα -όπως υποστηρίζουν αυτόπτες μάρτυρες- προς το αστυνομικό τμήμα των Εξαρχείων, στην οδό Καλλιδρομίου, αφού πρώτα είχαν ενημερώσει για το «περιστατικό» μέσω ασυρμάτου[1].
Αυτόπτης μάρτυρας, 17 ετών τότε, περιγράφει σε συνέντευξή του, τις συνταρακτικές στιγμές που προηγήθηκαν της δολοφονίας «Εκεί που καθόμαστε, αντιλαμβανόμαστε ότι υπάρχει μία ένταση στη διασταύρωση της Μεσολογγίου με την Τζαβέλα, προς την Ζωοδόχου Πηγής. Ακούμε φωνές και μπινελίκια και σηκωνόμαστε να δούμε τι γίνεται. Έχουμε ένα περιπολικό, το οποίο περνάει. Για κάποιο λόγο σταματάει, ενώ δεν γίνεται τίποτα. Πετάνε την κρότου λάμψης, μπαίνουν στο περιπολικό και  φεύγουν προς τα πάνω, στη Ναυαρίνου. Το περιστατικό θεωρείται λήξαν». Πέντε λεπτά αργότερα, οι δύο αστυνομικοί που έχουν αφήσει το περιπολικό, επιστρέφουν πεζή «Εγώ εκεί κατάλαβα… Κάπως την ψιλιάστηκα ότι, εκεί… για καλό δεν ήρθανε. Θυμάμαι να φωνάζουν ‘ελάτε εδώ ρε μου..ά να σας γαμή…με, έλα να σου δείξω εγώ και άλλα τέτοια». Τότε ο Αλέξανδρος με τους δύο φίλους του κινήθηκαν προς το μέρος τους. «Τους πέταξαν ένα πλαστικό μπουκάλι νερό, ενώ είχαν καλύψει περίπου την μισή απόσταση από τη Ζωοδόχου Πηγής». Στο σημείο αυτό διαπράττεται το έγκλημα. «Άκουσα δύο ‘μπαμ’ και είδα τον Αλέξανδρο να πέφτει. Στην αρχή δεν πίστευα ότι είχε πέσει πυροβολισμός. Νόμιζα ότι είναι κρότου-λάμψης, αεροβόλο, πλαστική σφαίρα… Δεν το χωρούσε το μυαλό μου ότι έβγαλε κανονικό όπλο και πυροβόλησε. Ήταν ο ορισμός του αναίτιου. Είδα τους δύο αστυνομικούς να φεύγουν ατάραχοι. Είμαι σίγουρος ότι είχαν αντιληφθεί πως υπήρχε άτομο που είχε χτυπηθεί. Και το είδανε και ακούγανε τις φωνές μας»[2].
Η περιγραφή του νεαρού είναι συγκλονιστική, γιατί καταδεικνύει το μέγεθος της βίας, την απάθεια και την αναλγησία. Τα ερωτήματά μας πολλά.
«Γιατί επιστρέφεις και γιατί πυροβολείς έναν ανήλικο; Γιατί φεύγεις μετά τον πυροβολισμό, ενώ ακούς φωνές;».
Θεωρώ ότι ξεπερνά την κοινή λογική η συγκεκριμένη αντίδραση, διότι ούτε είχαμε μία ακραία αντίδραση του μαθητή απέναντι στον Ειδικό Φρουρό που δεν μπορούσε να αντιμετωπιστεί από δύο ενήλικους επαγγελματίες, ούτε ήταν τόσο τεταμένη η κατάσταση ώστε να χρειαστεί να επιστέψουν. 
«Κάθε χώρα έχει τους δικούς της νεκρούς: θύματα που γράφουν ιστορία»: Τον Δεκέμβριο του 2018 το ένθετο περιοδικό της Süddeutsche Zeitung δημοσιεύει ένα εκτενές αφιέρωμα για τη συμπλήρωση 10 ετών από τη δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου.
«Στην Αθήνα σκοτώθηκε πριν από δέκα χρόνια ο 15χρονος Αλέξανδρος Γρηγορόπουλος από τη σφαίρα ενός αστυνομικού. Αυτός ο πυροβολισμός ώθησε τους Έλληνες να βγουν στους δρόμους –και αλλάζει τη χώρα μέχρι σήμερα», γράφει το περιοδικό της εφημερίδας του Μονάχου.
Οι δύο Γερμανίδες συντάκτριες του άρθρου ταξίδεψαν πολλές φορές στην Ελλάδα, ερευνώντας την υπόθεση Γρηγορόπουλου. Στο άρθρο τους επισημαίνουν ότι ο ανήλικος μαθητής έπεσε νεκρός από τη σφαίρα που τον βρήκε στον θώρακα, έχοντας δίπλα του τον κολλητό του φίλο Νίκο Ρωμανό και σημειώνουν «δύο άνδρες με σκούρα μπλε στολή εμφανίζονται. Κρατούν τα πιστόλια τους σε θέση βολής και τα ξαναβάζουν αργά στη θήκη, κάνουν μεταβολή και φεύγουν.
Χαρακτηριστική είναι η αναφορά του εν λόγω δημοσιεύματος στις σοβαρές αλλαγές που συντελέστηκαν στην ελληνική κοινωνία, ως επακόλουθο της δολοφονίας Γρηγορόπουλου «Κάθε χώρα έχει τους δικούς της νεκρούς: θύματα που γράφουν ιστορία επειδή ο θάνατός τους προκαλεί έναν σπινθήρα στους συνανθρώπους τους. Σε αυτά προστίθενται και οι δράστες, οι οποίοι συγκεντρώνουν πάνω τους την οργή των μαζών και στις πράξεις τους αντικατοπτρίζονται οι αντιπαραθέσεις της κοινωνίας ολόκληρης: Κράτος εναντίον πολιτών. Μονοπώλιο της βίας απέναντι στην ανάγκη για προστασία. Εγκλήματα σαν αυτό μπορούν να επισπεύσουν την εκδήλωση πολιτικών κινημάτων, κάποιες φορές επιτρέπουν στην κοινωνία μίας χώρας να ακολουθήσει έναν νέο δρόμο. […] Η δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου ριζοσπαστικοποίησε τον καλύτερό του φίλο Νίκο Ρωμανό, πολιτικοποίησε τη νεολαία και προκάλεσε την εκδήλωση της οργής των πολιτών κατά της κυβέρνησής τους, άλλαξε μια ολόκληρη χώρα. Την αλλάζει μέχρι σήμερα»[3].
Είναι δεδομένο ότι η δολοφονία του ανήλικου μαθητή άλλαξε την Ελλάδα για πάντα.
Δολοφονία Γρηγορόπουλου και ο ρόλος των μέσων κοινωνικής δικτύωσης στην κλιμάκωση των διαδηλώσεων: Η δολοφονία του 15χρονου Αλέξη Γρηγορόπουλου, στα Εξάρχεια, από τη σφαίρα του ειδικού φρουρού, ήταν μια σφαίρα στραμμένη στα νιάτα αυτής της χώρας. Η νεολαία μας αντέδρασε δυναμικά και χωρίς να χάσει χρόνο. Ήταν ένα απότομο «ξύπνημα» για τους εφήβους που, ξαφνικά, κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν την με πρόθεση ανθρωποκτονία ενός συνομηλίκου τους. Κλήθηκαν, στην πιο τρυφερή και ευαίσθητη ηλικία τους, να απαντήσουν στα πιο σκληρά ερωτήματα της ζωής. Για πρώτη φορά, όπως δείχνει η έρευνα, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης στην Ελλάδα, διαδραμάτισαν έναν καθοριστικό ρόλο στην ενημέρωση ευρύτατων τμημάτων πληθυσμού, αλλά και στην κλιμάκωση των διαδηλώσεων. Είναι σαφές ότι τη νύχτα εκείνη τα κοινωνικά δίκτυα διαδραμάτισαν τον πιο καταλυτικό ρόλο στην ενημέρωση, υποκαθιστώντας ακόμα και τον ρόλο των παραδοσιακών μέσων ενημέρωσης. Μάλιστα, σύμφωνα με έρευνες, η γενίκευση της χρήσης των κοινωνικών δικτύων στη χώρα μας συνέπεσε με την οικονομική και κοινωνική κρίση, γεγονός που σίγουρα δεν είναι τυχαίο. Οι ημέρες, οι εβδομάδες, οι μήνες, που ακολούθησαν τη δολοφονία Γρηγορόπουλου, ήταν δραματικές. Ένα πολύ μεγάλο μέρος της κοινωνίας και πρωτίστως οι έφηβοι ήταν αναστατωμένοι, εξαγριωμένοι, «ματωμένοι». Γιατί, ουσιαστικά, αυτό που έβλεπαν και ένιωθαν τα παιδιά ήταν η επικράτηση της βίας, στην πιο ακραία της μορφή μάλιστα. Η σφαίρα στράφηκε εναντίον όλων των νέων μας και γκρέμισε την πίστη τους σε πρόσωπα και αξίες.
Οι δικαστικές εξελίξεις στην υπόθεση: Ο Ειδικός Φρουρός είχε καταδικαστεί σε πρώτο βαθμό σε ισόβια κάθειρξη για ανθρωποκτονία από πρόθεση µε άμεσο δόλο χωρίς να του αναγνωριστεί κανένα ελαφρυντικό. Τον Ιούλιο του 2019 όμως έσπασαν τα ισόβια, με απόφαση του Μεικτού Ορκωτού Εφετείου. Το δικαστήριο έκρινε ένοχο τον Ειδικό Φρουρό της Αστυνομίας για «ανθρωποκτονία από πρόθεση με άμεσο δόλο», ωστόσο του αναγνώρισε το ελαφρυντικό του «πρότερου σύννομου βίου» και βάσει του Ποινικού Κώδικα του επέβαλε κάθειρξη 13 ετών.
«Το δικαστήριο κρίνει ομόφωνα ένοχο τον πρώτο κατηγορούμενο της πράξης της ανθρωποκτονίας με άμεσο δόλο. Ομόφωνα αθώος ο δεύτερος κατηγορούμενος, ελλείψει διπλού δόλου λόγω αμφιβολιών» τόνισε η Πρόεδρος του Δικαστηρίου.
Από τα τέλη Ιουλίου του 2019 ο Ειδικός Φρουρός βρίσκεται εκτός φυλακής, καθώς είχε ήδη εκτίσει 11 έτη και περίπου πέντε έτη επιπλέον, συνυπολογίζοντας τα «μεροκάματα» εντός φυλακής, δηλαδή την εργασία μέσα στη φυλακή που υπολογίζεται για διπλή έκτιση ποινής (ευεργετικός υπολογισμός ποινής). Η αποφυλάκιση του Ειδικού Φρουρού προκάλεσε ισχυρές κοινωνικές αντιδράσεις. Τον Νοέμβριο του 2019, ωστόσο, είχαμε μία νέα σημαντική εξέλιξη, καθώς ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου προχώρησε στην άσκηση αναίρεσης κατά της απόφασης του Μικτού Ορκωτού Εφετείου, το οποίο χορήγησε το ελαφρυντικό του πρότερου σύννομου βίου στον Ειδικό Φρουρό. Η αναγνώριση του επίμαχου ελαφρυντικού ήταν αυτή που είχε ως αποτέλεσμα την αποφυλάκιση του Ειδικού Φρουρού[4].
Συνοψίζοντας-Η καταδίκη της κοινωνίας: Σε ορισμένες υποθέσεις, με πολύ ιδιαίτερα χαρακτηριστικά όπως η συγκεκριμένη υπόθεση, πέρα από τις δικαστικές αποφάσεις που αναμφίβολα έχουν ένα ειδικό βάρος, υπάρχει και η «κοινωνική καταδίκη». Όταν θύμα είναι ανήλικος μαθητής, η σφαίρα στοχεύει στην καρδιά και ο δράστης μετά τον λεκτικό διαπληκτισμό (με έναν ανήλικο)  επιστρέφει για να πυροβολήσει και μετά φεύγει αν και γνωρίζει ότι έχει πυροβολήσει και ακούει τις τρομοκρατημένες φωνές των παιδιών, τότε δεν μπορούμε να μη μιλήσουμε για «ωμή βία, στην πιο ακραία της μορφή, καθώς και για αναλγησία απέναντι στην ανηλικότητα». Μία μορφή βίας που, ως κοινωνία, δεν μπορούμε να δεχτούμε ούτε να ανεχτούμε. Έντεκα χρόνια μετά, η ελληνική κοινωνία έχει ζήσει εξαιρετικά δύσκολες στιγμές. Ας ευχηθούμε «καμία σφαίρα να μη σκοτώσει, ποτέ ξανά, τα όνειρα των παιδιών μας».
Το βίντεο της δολοφονίας του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου που δόθηκε στη δημοσιότητα


πηγή: postmodern.gr


Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια