Ticker

6/recent/ticker-posts

728x90

Ικέτιδες του Ευριπίδη: δημοκρατία και οχλοκρατία ή τυραννία και «βιασμοί των κοριτσιών μας»


Πριν ο Αριστοφάνης κάνει τους Αθηναίους να ξεκαρδίζονται στα γέλια για το κατάντημα του δημοκρατικού τους πολιτεύματος, ο Ευριπίδης παρουσίασε έναν «αγώνα», μία αναμέτρηση
επιχειρημάτων μεταξύ Δημοκρατίας και Τυραννίας στην τραγωδία του Ικέτιδες. Για πρώτη φορά ακουγόταν στο θέατρο του Διονύσου κριτική κατά της Αθηναϊκού Πολιτεύματος. Γινόταν λόγος για «οχλοκρατία», για «ρήτορες που παρασύρουν τους πολίτες σε λάθος αποφάσεις», για «ανενημέρωτους ανθρώπους που δεν είναι σε θέση να αποφασίζουν για το καλό της πόλης», με άλλα λόγια εισαγόταν στη δημόσια λειτουργία του Θεάτρου όλο το «οπλοστάσιο» της κριτικής που αργότερα θα χρησιμοποιούσε κατά κόρον ο Αριστοφάνης για να «τσιγκλήσει» τα αντανακλαστικά των συμπολιτών του απέναντι σε ένα πολιτικό σύστημα που εξέπιπτε του μεγαλείου του…
Οι Ικέτιδες είναι σήμερα ένα από τα λιγότερο ενδιαφέροντα έργα του Ευριπίδη λόγω των επικαιρικών αναφορών του στην εποχή που γράφτηκε και στο κύριο μήνυμά του που δεν είναι άλλο από την υποχρέωση των Αργείων να συμμαχούν με την Αθήνα.
Η πλοκή του έργου θέλει τις γυναίκες και τις μητέρες των νεκρών του Άργους να ικετεύουν τον Θησέα της Αθήνας να υποχρεώσει τους Θηβαίους να επιτρέψουν την ταφή των ανδρών / παιδιών τους που έπεσαν στη μάχη κατά της Θήβας. Ο Θησέας δέχεται την ικεσία τους, υποχρεώνει με πόλεμο τους Θηβαίους να επιτρέψουν την ταφή, κι έτσι – σύμφωνα και με την επιταγή της από μηχανής θεάς Αθηνάς – οι απόγονοι των Αργείων θα έχουν για πάντα υποχρέωση να συνδράμουν τους Αθηναίους σε ό,τι χρειαστούν.
Η αδύναμη αυτή προβληματική του έργου διανθίζεται με κάποια εξαιρετικά επεισόδια μεγάλης συναισθηματικής έντασης (αυτοκτονία Ευάνδης) αλλά δίνει και την ευκαιρία στον Ευριπίδη να παρεκκλίνει από την εξιστόρηση ενός μεγάλου προσωπικού δράματος, απευθυνόμενος στο κοινό για θέματα ηθικής (π.χ. νιάτα – γηρατειά, μητέρα – γιος κ.α) και την πολιτική κατάσταση της πόλης.
Για την τελευταία, στήνει μία εξαιρετική λεκτική αναμέτρηση, έναν «αγώνα» επιχειρημάτων μεταξύ του Κήρυκα των Θηβαίων (ως εκπρόσωπο τυραννικού καθεστώτος) και του Θησέα που στις «Ικέτιδες» (με έναν αναχρονισμό) παρουσιάζεται ως εκπρόσωπος του Δημοκρατικού Πολιτεύματος.
Τα επιχειρήματα κατά της Δημοκρατίας που χρησιμοποιεί ο Κήρυκας των Θηβαίων είναι:
Η δημοκρατία δεν είναι κάτι άλλο από την οχλοκρατία.
Οι ρήτορες αποχαυνώνουν τον κόσμο για την εξυπηρέτηση των προσωπικών τους συμφερόντων.
Ο κόσμος άγεται και φέρεται από τους τεχνίτες του λόγου.
Οι πολίτες εξαπατώνται από τους δημαγωγούς.
Ο όχλος δεν μπορεί να αποφασίζει, όταν δεν έχει ορθή ενημέρωση αλλά και πως μπορεί να έχει ορθή ενημέρωση κάποιος που εργάζεται για να ζήσει;
Η Δημοκρατία επιτρέπει σε έναν φαύλο, ένα «τίποτα», να παρουσιάζεται ως άνδρας με κύρος και αίγλη.
Τα επιχειρήματα υπέρ της Δημοκρατίας που χρησιμοποιεί ο Θησέας είναι:
Στη Δημοκρατία κυβερνούν οι πολλοί που εναλλάσσονται στα αξιώματα κάθε χρόνο. Πλούσιοι και φτωχοί έχουν τις ίδιες ευκαιρίες.
 Υπάρχουν νόμοι γραπτοί που ισχύουν το ίδιο για τον ταπεινό και τον πλούσιο κι έτσι ο ανίσχυρος μπορεί να νικήσει τον ισχυρό.
Ο καθένας μπορεί να προτείνει (στην εκκλησία του δήμου) κάτι καλό για την πόλη. Αν πάλι δεν θέλει, μπορεί να σιωπήσει.
Ως εδώ τα επιχειρήματα υπέρ της δημοκρατίας είναι απολύτως λογικά και μη αμφισβητήσιμα, αν και δεν απαντούν στα συγκεκριμένα επιχειρήματα ΚΑΤΑ της δημοκρατίας που έχει θέσει ο Κήρυκας. 
Στη συνέχεια όμως, ο λόγος του Θησέα περνάει στις υπερβολές, οι οποίες στη σύγχρονη εποχή θα μπορούσαν να χαρακτηρίσουν ακόμα και “fake news”:

Οι βασιλείς θανατώνουν όσους νέους είναι από καλή γενιά ή είναι ευφυείς, φοβούμενοι για την εξουσία τους.
(Η υπόθεση διατυπώνεται κατηγορηματικά ως απόλυτη αλήθεια, αν και η ιστορία τόσο της Αθήνας – βλ. Πεισίστρατος- όσο και των άλλων ελληνικών πόλεων είναι γεμάτη εγκώμια για τη διακυβέρνηση τυράννων).
Οι βασιλείς βιάζουν τις παρθένες κόρες των πολιτών!  
Εδώ ο Ευριπίδης χρησιμοποιεί όλη τη μαεστρία της ρητορικής τέχνης (την οποία έχει προηγουμένως καταδικάσει με τα λόγια του Κήρυκα) για να κάνει αληθοφανή, βέβαιο και τρομακτικό τον ισχυρισμό του:  
Στήνει την εικόνα ενός ανθρώπου του μόχθου που αγωνιά για την παρθενία της κόρης του και του απαίσιου τυράννου που έρχεται ένα βράδυ να καταστρέψει αυτόν τον αγώνα, αναζητώντας «γλυκές ηδονές»…
Ο Ευριπίδης μάλιστα επιχειρεί να παρασύρει τη σκέψη των θεατών στον φόβο, βάζοντας τον Θησέα να αναφωνεί:
«Να μην αξιωθώ να ζω, αν σύρουν τα παιδιά μου με τη βία στα κρεβάτια.»
Τα παιδιά του Θησέα βέβαια δεν διέτρεχαν κανέναν τέτοιον κίνδυνο, αλλά ο μέσος Αθηναίος της εποχής του Ευριπίδη είναι σίγουρο ότι και μόνο με τη σκέψη θα αναφωνούσε: ζήτω η Αθηναϊκή Δημοκρατία!
Ο Ευριπίδης, αυτή η μεγαλοφυΐα της ποιητικής, είναι φανερό ότι σπρώχνει την πλάστιγγα του «αγώνα» να γείρει υπέρ της Αθηναϊκής Δημοκρατίας -ακόμα και με υπερβολές-, έχοντας όμως ήδη σπείρει τα «δαιμόνια» για την αμφισβήτησή της. Η σύνθετη σκέψη του ποιητή, οι επιρροές από τη σοφιστική τέχνη, αλλά και η μετέωρη πραγματικότητα του βίωνε η Αθήνα στα χρόνια μετά τον Περικλή, δεν επέτρεπε άλλωστε τίποτα διαφορετικό…
(Οι στίχοι από τις «Ικέτιδες» του Ευριπίδη είναι ίσως εξίσου βαρύνουσας σημασίας με τον Επιτάφιο του Περικλή από τον Θουκυδίδη για τους μελετητές της Αθηναϊκής Δημοκρατίας.)        
ΚΗΡΥΚΑΣ
Ποιος είναι ο δυνάστης της χώρας;
Σε ποιον να ανακοινώσω το μήνυμα του Κρέοντα,
που κυβερνάει τη γη του Κάδμου,
από τότε που ο Ετεοκλής έπεσε πλάι στις επτάστομες πύλες
από το χέρι το αδελφικό του Πολυνείκη;

ΘΗΣΕΑΣ
Πρώτα-πρώτα, ξένε, άρχισες το λόγο σου μ᾽ ένα λάθος,
όταν ζητάς δυνάστη εδώ·
η πόλη αυτή δεν εξουσιάζεται από έναν άνδρα,
είναι ελεύθερη. Εδώ κυβερνούν οι πολλοί
που εναλλάσσονται στα αξιώματα χρόνο το χρόνο·
δεν δίνουν πιο πολλά στον πλούτο, και ο φτωχός έχει τα ίδια.

ΚΗΡΥΚΑΣ
Με αυτό που είπες, όπως στα ζάρια, μου δίνεις πλεονέκτημα·
γιατί η πόλη που με στέλνει εμένα
εξουσιάζεται από έναν άντρα, δεν οχλοκρατείται.
Και κανείς δεν μπορεί, για να κερδίζει αυτός,
να την αποχαυνώνει με ρητορείες
και να τη σέρνει τη μια εδώ την άλλη εκεί,
τη μια στιγμή να τέρπει και να συναρπάζει,
την άλλη να φέρνει την καταστροφή
και την παράλλη, με καινούργιες διαβολές,
να φενακίζει το πλήθος και να ξεγλιστράει ατιμώρητος.
Άλλωστε, πώς θα μπορούσε ο όχλος, χωρίς ορθή ενημέρωση,
να κατευθύνει ορθά την πόλη;
Μαθαίνεις καλύτερα όταν έχεις χρόνο, όχι όταν βιάζεσαι.
Όμως ένας γεωργός που πένεται, ακόμα και αν δεν είναι ανίδεος,
δεν μπορεί να νοιάζεται για τα κοινά, γιατί έχει να δουλεύει.

Και είναι σαφώς προκλητικό για τους σπουδαίους,
όταν άνδρας φαύλος άγει και φέρει το πλήθος με δημοκοπίες
και περιβάλλεται αίγλη και κύρος
κάποιος που ώς τότε ήταν ένα τίποτα.

ΘΗΣΕΑΣ
Χαριτωμένος ο κήρυκας και παρεμπιπτόντως και ρήτωρ.
Πάντως, αφού εσύ έθεσες τούτο το θέμα,
άκουσε τώρα· άλλωστε, εσύ προκάλεσες την αντιπαράθεση.
Για την πόλη δεν υπάρχει τίποτε απεχθέστερο από τον δυνάστη·
το πρώτιστο: εκεί οι νόμοι δεν ισχύουν για όλους·
την εξουσία την ασκεί μονάχα ένας
και αυτός κρατάει στα χέρια του τον νόμο·
αυτό και μόνο αναιρεί την ισότητα.
Όταν όμως υπάρχουν νόμοι γραπτοί,
το δίκαιο ισχύει εξίσου και για τον ταπεινό και για τον πλούσιο
και μπορεί ο ανίσχυρος, όταν δέχεται επιθέσεις,
να απαντά στον ισχυρό στον ίδιο τόνο,
και φτάνει να νικά ο μικρός τον ισχυρό, αν έχει δίκιο.
Και η πεμπτουσία της ελευθερίας,
εκείνο το «ποιος έχει να προτείνει κάτι καλό για την πόλη;
να έρθει να το καταθέσει εδώ, ενώπιον όλων.»
Όποιος προσφέρεται δοξάζεται, όποιος δεν θέλει σιωπά.
Για την πόλη νοείται ισότητα ανώτερη απ᾽ αυτή;

 Εξάλλου, όπου κρατά ο δήμος τα ηνία της χώρας,
χαίρεται όταν υπάρχουν στην πόλη νέοι παλληκάρια·
Ένας όμως που είναι βασιλιάς αισθάνεται μίσος γι᾽ αυτό
και όσους κρατούν από καλή γενιά και όσους θεωρεί ευφυείς
τους θανατώνει, γιατί φοβάται για την εξουσία του.
Και πώς θα μπορέσει μια πόλη να γίνει ισχυρή,
όταν κάποιος θερίζει το άνθος των νέων
σαν να ᾽ναι στάχυ σε λιβάδι ανοιξιάτικο;
Και ποιο το όφελος να θησαυρίζει κάποιος
πλούτη και βίος για τα παιδιά του;
Μήπως για να μεγαλώνει με τον ιδρώτα του το βιος του δυνάστη;

Και γιατί να κρατάει άγρυπνος τις κόρες του παρθένες στο σπίτι.
Μήπως για να έχουν οι δυνάστες, όποτε το θελήσουν, γλυκιές ηδονές
και δάκρυα εκείνοι που τις ανάστησαν;
Να μην αξιωθώ να ζω,
αν σύρουν τα παιδιά μου με τη βία στα κρεβάτια.

Η μετάφραση των στίχων 399 – 455 από τις Ικέτιδες του Ευριπίδη είναι του Θ. Κ. Στεφανόπουλου από το greek-language.gr.
Η φωτογραφία της ανάρτησης είναι από τις “Ικέτιδες” του Εθνικού Θεάτρου και του Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου στην Επίδαυρο – Ιούλιος 2019.



Δημήτρης Καλαντζής



Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια