Ticker

6/recent/ticker-posts

728x90

«Τα Κέντρα Υποδοχής μεταναστών είναι κάτεργα»

«Για να εισέλθουν στην Ευρώπη, οι μετανάστες πρέπει να υποστούν μια βίαιη ψυχο-εκπαίδευση, να μάθουν τη γλώσσα της ψυχολογίας με το ζόρι, να αρχίσουν να αντιλαμβάνονται τον εαυτό τους και
τον κόσμο με ψυχολογικούς όρους, να αντιμετωπίζουν τον εγκλεισμό, την εξαθλίωση και τον εξευτελισμό μέσα στα Κέντρα Υποδοχής με όρους ψυχικής διαταραχής».
Ο κοινωνικός ψυχολόγος Μιχάλης Μεντίνης μιλά για τις απάνθρωπες συνθήκες που επικρατούν στα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης μεταναστών, αλλά και για τον ρόλο που επιφυλάσσει το σύστημα της κυρίαρχης κοινωνικής ψυχολογίας στους ψυχολόγους και κοινωνικούς λειτουργούς που εργάζονται σε αυτά.
● Τι μπορεί να σημαίνει σήμερα κριτική κοινωνική ψυχολογία και ποια η διαφορά της από την «κυρίαρχη», όπως την ονομάζετε, «κοινωνική ψυχολογία» που διδάσκεται στα περισσότερα Πανεπιστήμια; 

Μάλιστα. Πάμε στην επόμενη ερώτηση. Είμαι σίγουρος πως καθώς προχωράμε θα γίνει σαφές τι είναι η κριτική κοινωνική ψυχολογία και πως διαφέρει από την κυρίαρχη ψυχολογία συνολικά. Αν και θα είναι μόνο μία εκδοχή, υπάρχουν πολλές κριτικές κοινωνικές ψυχολογίες. 
● Εχετε γράψει ότι σταδιακά μετά το 2000 και τις πολλαπλές πολιτικές και ιδεολογικές ήττες, ενδυναμώθηκε μια συντηρητική λογική, την οποία ονομάζετε «καπιταλιστικό ρεαλισμό». Ποιες είναι οι συνιστώσες της;
Είναι φράση του Μαρκ Φίσερ από το ομότιτλο βιβλίο. Κοίτα, είναι πιο εύκολο να σου πω ποια είναι η κύρια συνισταμένη. Η κύρια συνισταμένη είναι το «έτσι είναι τα πράγματα, δεν αλλάζουν, προσαρμόσου, δέξου τον κόσμο ως έχει, αποδέξου ότι ο καπιταλισμός είναι το μόνο σύστημα που ανταποκρίνεται στην ανθρώπινη φύση και δεν θα αλλάξει ποτέ». 
Και όλο αυτό συνοδευόμενο από έναν διάχυτο και απροσδιόριστο φόβο, μια ανασφάλεια μαζί με μια διάχυτη απογοήτευση. Αυτή είναι η θυμική διάταξη του καπιταλιστικού ρεαλισμού. 
Είδαμε πως και οι θεωρητικοί της Αριστεράς έχουν πλέον ενδώσει σε όλο αυτό. Το πρόσφατο debateτου Ζίζεκ με τον Πίτερσον ήταν μια απόδειξη αυτής της νεοφιλελεύθερης απαισιοδοξίας. Το σημείο που η αριστερή μελαγχολία και ο καπιταλιστικός ρεαλισμός συναντιούνται. Θα πρέπει κάποιος να τους πει να σταματήσουν να μιλούν. Κάνουν περισσότερη ζημιά παρά καλό. 
Και για να επιστρέψουμε στην πρώτη σου ερώτηση, θα σου πω ότι στόχος μιας κριτικής κοινωνικής ψυχολογίας είναι να αντιπαλέψει αυτήν την «ψυχολογία» και να μεταφέρει ένα αγωνιστικό πνεύμα: πως δεν εγκαταλείπουμε παρά τις ήττες. 
● Ο αρπακτικός καπιταλισμός με τη μορφή του νεοφιλελευθερισμού ζητάει απατηλά από τους ανθρώπους να γίνουν «μάνατζερ του εαυτού τους» και να διαχειριστούν τις λεγόμενες δεξιότητές τους, τις οποίες πρέπει να συσσωρεύουν, όπως ο καπιταλιστής το χρήμα. Τι ψυχολογικές συνέπειες έχει αυτό; 
Εχει ως συνέπεια μια απίστευτη κούραση. Πρέπει συνεχώς να προσπαθείς να βελτιστοποιείς τον εαυτό σου, ώστε να είσαι ανταγωνιστικός σε μια συνεχώς μεταβαλλόμενη και απαιτητική αγορά εργασίας. 
Αυτή η υπερπροσπάθεια μαζί με τον φόβο, τόσο για την αποτυχία, που καραδοκεί παντού, όσο και για τη διατήρηση της τόσο, μα τόσο εύθραυστης επιτυχίας, δημιουργούν μια βαθύτατη κόπωση, γι’ αυτό και είναι τόσο συχνή η καταθλιπτική αναδίπλωση ως αντίδραση σε όλο αυτό.  
Είναι «Η κούραση να είσαι ο εαυτός σου», όπως το θέτει ο Ερενμπεργκ (Eκδόσεις του Εικοστού Πρώτου) ή, με τους όρους του Χαν, «Η κοινωνία της κόπωσης» (εκδόσειςOpera).
● Η Τζούλια Κρίστεβα λέει: «Το ξένο είναι μέσα μου, επομένως είμαστε όλοι ξένοι. Αν είμαι εγώ ξένος, δεν υπάρχουν ξένοι. (…) Ο άλλος είναι (“το δικό μου”) ασυνείδητο». Πώς μπορούμε να το διαβάσουμε αυτό σήμερα, εποχή ξενοφοβίας και ρατσισμού; 
Ναι, πρόκειται για μία από τις αφετηριακές θέσεις της ψυχανάλυσης, ίσως την κυριότερη, που στην ουσία τη διαφοροποιεί και από την ψυχολογία. Οτι το Εγώ δεν είναι αφεντικό στο ίδιο του το σπίτι· ότι υπάρχει πάντα κάτι που δεν ξέρει· κάτι που λειτουργεί με τρόπους που ξεφεύγουν από την προσοχή και τον έλεγχό του, το ασυνείδητο δηλαδή.
Το πρόβλημα είναι στη λανθασμένη αντίληψη ότι το ξένο είναι απαραίτητα αυτό που μιλάει άλλη γλώσσα, που έχει άλλο χρώμα, άλλη θρησκεία, άλλη υπηκοότητα. Αυτό είναι λάθος. Το ξένο είναι μέσα μας, είναι δίπλα μας· είναι ο γείτονάς μας που έχει την ίδια θρησκεία, το ίδιο χρώμα και μιλάει την ίδια γλώσσα με μας, είναι αυτός που αγαπάμε, που όσο κι αν τον πλησιάζουμε, ένα μέρος του παραμένει πάντα ξένο, άγνωστο, μυστηριώδες.
Σημασία λοιπόν έχει πώς μαθαίνουμε να ζούμε με το ξένο, να συνυπάρχουμε μ’ αυτό, να φτιάχνουμε δρόμους συνεννόησης και συνύπαρξης. Εχω δει να προκύπτουν πολύ δυνατές φιλίες, έρωτες και σχέσεις συνεργασίας μέσα στο πλαίσιο του μεταναστευτικού, και είμαι σίγουρος πως ο εθνικισμός και η ξενοφοβία θα είναι πάντα μια επικίνδυνη αλλά προσωρινή παλινδρόμηση και τίποτε άλλο. 
● Στο τελευταίο σας βιβλίο καταπιάνεστε με τον ψυχοπολιτικό έλεγχο του μεταναστευτικού, με επίκεντρο τα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης (ΚΥΤ) και τα hotspots στα νησιά του Αιγαίου. Ποιος ο ρόλος των ψυχολόγων και των κοινωνικών λειτουργών σ’ αυτή τη διαδικασία; 
Είναι καλύτερο να ακολουθήσουμε τον Ντελέζ εδώ, να διατυπώσουμε δηλαδή αναλυτικά ένα ερώτημα, παρά να επιχειρήσουμε να το απαντήσουμε. Αυτό επιχειρήσαμε να κάνουμε και στο βιβλίο. 
Από τη μία θα πρέπει να αναγνωρίσουμε πως οι ψυχολόγοι παρέχουν σημαντικές υπηρεσίες στα camps· πολλές φορές ακόμη και να μπορείς να μιλήσεις σε κάποιον για τα προβλήματά σου,  ακόμη κι αν δεν σου δώσει λύσεις, είναι ανακουφιστικό. Δεν θα πρέπει να το παραβλέψουμε αυτό. 
Από την άλλη, η ψυχολογία λειτουργεί ψυχοπολιτικά. Οχι απλώς βιοπολιτικά, όπως θα το θέταμε με φουκοϊκούς όρους, αλλά ψυχοπολιτικά, γιατί ο ψυχολογικός λόγος είναι ο τρόπος με τον οποίο ασκείται σήμερα η κυριαρχία, κάτι που ο Φουκό παραβλέπει, εννοώ την κυριαρχία· ενώ ο Αγκάμπεν επαναφέρει την έννοια της κυριαρχίας χωρίς όμως να δίνει την απαραίτητη προσοχή στη σημασία του ψυχολογικού λόγου ως μορφής άσκησης της κυριαρχίας· πρόκειται για ένα πέρασμα από τον Λόγο του Κυρίου στον Ψυχολογικό Λόγο του Πανεπιστημίου με λακανικούς όρους. 
Είναι ένα θέμα που συζητάμε στο επόμενο βιβλίο που ετοιμάζουμε με την Αφροδίτη και άλλη μία συνάδελφο πάνω στο μεταναστευτικό, το «Τραύμα ως μέθοδος». 
● Τι ακριβώς εννοείτε;
Η ψυχολογία είναι μια διαδικασία επιπολιτισμού, εξημέρωσης -και εδώ τη λέξη «εξημέρωση» θα πρέπει να τη δούμε με την κυριολεκτική της σημασία, αφού οι μετανάστες τοποθετούνται συχνά και με διάφορους τρόπους στις παρυφές του «πολιτισμένου» κόσμου. 
Θα λέγαμε πως για να εισέλθουν στην Ευρώπη, οι μετανάστες πρέπει να υποστούν μια βίαιη ψυχο-εκπαίδευση, να μάθουν τη γλώσσα της ψυχολογίας με το ζόρι, να αρχίσουν να αντιλαμβάνονται τον εαυτό τους και τον κόσμο με ψυχολογικούς όρους, να αντιμετωπίζουν τον εγκλεισμό, την εξαθλίωση και τον εξευτελισμό μέσα στα Κέντρα Υποδοχής με όρους ψυχικής διαταραχής. Είναι άνευ προηγουμένου η ψυχολογιοποίηση, η ψυχιατρικοποίηση και η παθολογιοποίηση στις οποίες υπόκεινται μέσα στα camps. 
● Εχουν τα προσόντα οι ψυχολόγοι να κατανοήσουν τα διαφορετικά πολιτισμικά πλαίσια των χωρών καταγωγής και υποδοχής των μεταναστών; Με άλλα λόγια, μήπως έχουμε ένα είδος αποικιοκρατικής λογικής στην κυρίαρχη ψυχολογία; 
Οχι, δεν τα έχουν. Και εδώ πρέπει να κοιτάξουμε στα προγράμματα ψυχολογίας των Πανεπιστημίων. Σήμερα ένας ψυχολόγος παίρνει το πτυχίο του χωρίς να έχει διδαχτεί ποτέ Κοινωνική Ανθρωπολογία, Κοινωνιολογία, Κοινωνική Θεωρία, Πολιτική Θεωρία. Αντίθετα έχει πάμπολλα υποχρεωτικά μαθήματα Νευροψυχολογίας, Γνωστικής Ψυχολογίας και Στατιστικής. 
Αν δεν ήταν επικίνδυνο, θα ήταν αστείο. Ο άνθρωπος υπάγεται και ανάγεται σε λειτουργίες νευρώνων, γνωστικούς μηχανισμούς και στατιστικά μοτίβα. Εχεις την εντύπωση πως το υπό μελέτη αντικείμενο είναι ένα ρομπότ. Αυτό είναι ένας τρόπος άσκησης της νεοφιλελεύθερης πολιτικής: εξατομίκευση με παράλληλη απαξίωση του κοινωνικού. 
Και εδώ επιστρέφουμε στην αρχική σου ερώτηση σχετικά με την κυρίαρχη ψυχολογία. Η κυρίαρχη ψυχολογία, ακόμη και η επονομαζόμενη «κοινωνική», στερείται κοινωνικής θεωρίας, αγνοεί παντελώς το ότι ο άνθρωπος είναι ένα κοινωνικό ον.
Η ψυχολογία δεν έχει τη δυνατότητα πλήρους επικοινωνίας με τους μετανάστες. Κι αυτό, γιατί δεν είναι ψυχολογιοποιημένα υποκείμενα, δεν κάνουν χρήση του ψυχολογικού λόγου, ή κάνουν πολύ περιορισμένη χρήση. 
Στο βιβλίο αναφέρουμε ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα ενός άνδρα από την Αιθιοπία. Η ψυχολόγος τον ρωτάει πώς νιώθει για κάποια πράγματα που έγιναν στη χώρα του κι εκείνος απαντάει περιγράφοντας τα γεγονότα. 
Οι αποδόσεις είναι εξωτερικές, τα γεγονότα είναι το πώς νιώθει, τα συναισθήματα είναι τα ίδια τα γεγονότα. Και το εντυπωσιακό είναι ότι αυτό αντανακλάται (και κατασκευάζεται φυσικά) στην ίδια τη γλώσσα, αφού στα αμαρικά που μιλάει ο άνδρας αυτός, το ρήμα «νιώθω» και το ρήμα «ακούω» ταυτίζονται. 
● Αϋπνία, ρουτίνα, ανασφάλεια, φόβος, επιθετικότητα, ψεύδη, έλλειψη νοήματος: μερικά από τα συμπτώματα στη συμπεριφορά των προσφύγων και μεταναστών που αναφέρετε στο βιβλίο σας. Πώς αντιμετωπίζονται από τους ψυχολόγους και τους ψυχιάτρους; 
Τα Κέντρα Υποδοχής είναι κάτεργα. Είναι ντροπή ότι υπάρχουν. Και εδώ βλέπουμε πάλι τον ψυχοπολιτικό ρόλο των κέντρων αυτών, αφού από τη μία παρέχουν, υποτίθεται, τις υπηρεσίες για να γιατρέψουν τον ψυχικό πόνο των ανθρώπων, ενώ από την άλλη τον παράγουν και τον διαιωνίζουν. 
Αυτή η φαινομενική διαστροφή είναι μία συνθήκη μέσα από την οποία πραγματοποιείται η ψυχο-εκπαίδευση. 
Οι ψυχολόγοι συνήθως κάνουν μια κουβέντα με τους μετανάστες σε μια προσπάθεια να αποσυμφορήσουν μια κατάσταση· μια διαχείριση κρίσης θα λέγαμε χρησιμοποιώντας έναν όρο της μόδας. 
Αν η κατάσταση δεν είναι διαχειρίσιμη ή επιδεινώνεται, γράφουν ένα παραπεμπτικό και τους στέλνουν στον ψυχίατρο, και από εκεί θα φύγουν με ένα τσουβάλι ηρεμιστικά και αντιψυχωσικά. 
Στο καινούργιο βιβλίο που ετοιμάζουμε υπάρχει ένα περιστατικό με μια ασυνόδευτη ανήλικη που θα θέσει σε σοβαρή αμφισβήτηση τη δήθεν επιστημονική βάση της ψυχιατρικής διάγνωσης. 
Για να είμαστε ειλικρινείς όμως, ακόμη κι όταν θέλουν και προσπαθούν, οι ψυχολόγοι δεν μπορούν να κάνουν πολλά. Τα χέρια τους είναι δεμένα. Δεν τους ρωτάει κανείς ποτέ για το πώς να οργανωθούν τα πράγματα ώστε να είναι καλύτερα. 
Οι ψυχολόγοι καλούνται να κάνουν διαχείριση κρίσης, να αντιμετωπίσουν δηλαδή τα προβλήματα και τις συγκρούσεις που παράγουν οι αποφάσεις των γραφειοκρατών και των αφεντικών των ΜΚΟ. Επιπλέον εργάζονται σε καθεστώς απόλυτης επισφάλειας και ανασφάλειας και υπόκεινται σε αυστηρές πειθαρχικές λογικές από την εργοδοσία ενώ συχνά κινδυνεύουν να φορτωθούν ευθύνες που δεν τους αναλογούν. 







Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια