Ticker

6/recent/ticker-posts

728x90

Το έγκλημα του βιασμού στα ΜΜΕ: Υπόθεση καταγγελίας «μοντέλου» κατά «επιχειρηματία»


της Αγγελικής Καρδαρά.

 

Πριν από μερικές ημέρες μία σοβαρή καταγγελία ήρθε στο φως της δημοσιότητας και απασχόλησε με εκτενή ρεπορτάζ τα ΜΜΕ. Προβεβλημένο πρόσωπο, “πασίγνωστο”, όπως αναφέρεται στα σχετικά δημοσιεύματα, μοντέλο κατήγγειλε τον σύντροφό της, εξίσου προβεβλημένο πρόσωπο, για τα εγκλήματα του βιασμού, της ληστείας και της επικίνδυνης σωματικής βλάβης, όπως ενημερωνόμαστε από το αστυνομικό ρεπορτάζ.

 

Αναμφισβήτητα πρόκειται για πολύ σοβαρή υπόθεση, καθώς η καταγγελία αφορά τη βία σε μια σχέση, η οποία όπως έχουμε διερευνήσει σε υποθέσεις που έχουμε παρουσιάσει στη στήλη “Έγκλημα και Media” δύναται να λάβει πολύ επικίνδυνες διαστάσεις. Επομένως είναι εξαιρετικά σημαντικό το άτομο που την υφίσταται, να αντιδράσει, να σπάσει τη σιωπή του και να ξεφύγει από τον επικίνδυνο κύκλο βίας, το συντομότερο δυνατόν και αυτό είναι ένα ζήτημα, το οποίο θα συνεχίσουμε να παρουσιάζουμε μέσα από έρευνες και μελέτες περίπτωσης.

 

Ωστόσο, ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάστηκε στα ΜΜΕ η προαναφερθείσα υπόθεση προκαλεί πολύ μεγάλο προβληματισμό και ταυτόχρονα ανησυχία για το μήνυμα που περνάει στα θύματα βίας και γενικότερα στους πολίτες όσον αφορά τη διασφάλιση θεμελιωδών δικαιωμάτων τους. Το να υπάρχουν σε όλα τα ΜΜΕ οι φωτογραφίες, όνομα και επίθετο των εμπλεκόμενων προσώπων, να γίνονται αναλύσεις του ιατροδικαστικού πορίσματος από δημοσιογράφους, ξεπερνάει τα όρια της δεοντολογίας, του νόμου, παύει να είναι δημοσιογραφία και έρευνα και γίνεται τελικά “κλειδαρότρυπα” και φθηνό κουτσομπολιό.

 

Αυτό που παρακολουθούμε ουσιαστικά είναι: ο απόλυτος ευτελισμός μίας γυναίκας από τη μία πλευρά που κάνει μια πολύ σοβαρή καταγγελία, η οποία τελικά γίνεται αντικείμενο “συζήτησης κλειδαρότρυπας” και η δημόσια διαπόμπευση από την άλλη ενός άντρα που αναφέρεται ως “βιαστής” και “ληστής” προτού καν του αποδοθούν κατηγορίες. Είναι πραγματικά σοκαριστικό και θεωρώ αδιανόητο να παρακολουθούμε ως “απαθείς θεατές” να εξελίσσεται ένα θέατρο του παραλόγου.

 

Ειδικότερα, με προβληματίζει το ότι ένα  θύμα βιασμού από τον σύντροφό του που παρακολουθεί αυτή την υπόθεση, όπως παρουσιάζεται στα ΜΜΕ, ενδεχομένως μπει σε δεύτερες σκέψεις ως προς το να καταγγείλει το έγκλημα, ιδίως εάν τυγχάνει να έχει κάποια δημόσια προβολή. Ο φόβος ότι θα “φωτογραφηθεί” ή απροκάλυπτα θα δοθούν στη δημοσιότητα τα στοιχεία του, κάποια στιγμή, είναι αναμφίβολα ένα στοιχείο που μπορεί να οδηγήσει σε μη καταγγελία. Και αυτό ακριβώς είναι ένα πολύ επικίνδυνο “μήνυμα” που περνάνε τα Μέσα, έστω και αν δεν είναι αυτός ο σκοπός της. Εξίσου και ο δημόσιος λιθοβολισμός πολιτών προτού καν αποφανθεί η Δικαιοσύνη δεν αρμόζει στη δημοσιογραφική έρευνα. Ο επαγγελματίας δημοσιογράφος πρέπει να έχει νηφαλιότητα, σοβαρότητα, επιτελώντας τον απαιτητικό ρόλο της ενημέρωσης (και όχι υιοθετώντας ρόλους που δεν του αρμόζουν, όπως του «λαϊκού δικαστή») και να προσεγγίζει την κάθε υπόθεση με τρόπο ολοκληρωμένο και επιστημονικά τεκμηριωμένα, επιτελώντας ταυτόχρονα τον κοινωνικό του ρόλο.

 

Η απεικόνιση του εγκλήματος και η ανάλυση του εγκληματικού φαινομένου στα ΜΜΕ δεν είναι, σε καμία περίπτωση, “σαπουνόπερα”, ακόμα κι αν τα εμπλεκόμενα πρόσωπα έχουν έντονη παρουσία στον κόσμο του θέματος και έχουν δημόσια προβολή ή έχουν επιδιώξει να έχουν προβολή.  Η απεικόνιση και η ανάλυση υποθέσεων εγκληματολογικού ενδιαφέροντος στα ΜΜΕ  προϋποθέτουν άρτια γνώση,  καταγραφή της άποψης των ειδικών επιστημόνων, σεβασμό της ισχύουσας νομοθεσίας και των Αρχών Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, γιατί μέσα από κάθε υπόθεση που παρουσιάζεται στα ΜΜΕ το ευρύ κοινό ενημερώνεται και σχηματίζει μια εικόνα για θέματα υψίστης σοβαρότητας που απαιτούν ειδικούς χειρισμούς, όπως ασφαλώς το έγκλημα του βιασμού και της ενδοοικογενειακής βίας. Βλ. σχετικά το προηγούμενο θέμα “Ενδοικογενεική βία: πως οφείλει να χαιρίζεται η Αστυνομία καταγγελίες γυναικών και παιδιών”.

 

Οι δημοσιογράφοι και το κοινό οφείλουν να γνωρίζουν ότι σύμφωνα με τις Αρχές Δεοντολογίας του Δημοσιογραφικού Επαγγέλματος, η δημοσιογραφία ως επάγγελμα, αλλά και ως κοινωνικό λειτούργημα, συνεπάγεται δικαιώματα, καθήκοντά και υποχρεώσεις. Ειδικότερα, βάσει του άρθρου 2, παράγραφος στ. ο δημοσιογράφος οφείλει να μην αποκαλύπτει άμεσα ή έμμεσα την ταυτότητα των θυμάτων βιασμού, τα οποία επέζησαν της εγκληματικής πράξης. Επίσης, στο άρθρο γ. της ίδιας παραγράφου αναφέρεται ότι ο δημοσιογράφος οφείλει να σέβεται το τεκμήριο της αθωότητας και να μην προεξοφλεί τις δικαστικές αποφάσεις.

 

Είναι, βάσει των παραπάνω,  ανεπίτρεπτο μια καταγγελία για ένα τόσο σοβαρό έγκλημα, ανεξαρτήτως έκβασης της συγκεκριμένης υπόθεσης,  να παρουσιάζεται από τους δημοσιογράφους με τόσο επιφανειακό τρόπο και θεωρώ επιτακτική ανάγκη να πάρει θέση στο θέμα και ο νομικός κόσμος, γιατί όταν δεχόμαστε μια τέτοιου είδους προσέγγιση γίνεται μια πολύ κακή αρχή που θα συνεχιστεί και θα αποτρέψει συνανθρώπους μας να κάνουν καταγγελίες και να ξεφύγουν από τον κύκλο της βίας που υφίστανται. Παράλληλα, το να στιγματίζονται άνθρωποι με την ταμπέλα του “δολοφόνου”, του “βιαστή” κ.λπ. προτού καν αποφανθεί η δικαιοσύνη είναι εξίσου επικίνδυνο και σε αυτές τις υποθέσεις εάν υπάρξει αργότερα μια αθωωτική απόφαση δεν πρέπει να περάσει στα ψιλά γράμματα αλλά να γίνει εκτενή αναφορά, γιατί συνάνθρωποί μας έχουν καταστραφεί προσωπικά ή έχει καταστραφεί η καριέρα τους μέσα από τη δημόσια διαπόμπευσή τους.

 

Συνοψίζοντας,  υποθέσεις εγκληματολογικού ενδιαφέροντος απασχολούν εκτενώς τα ΜΜΕ αλλά ο τρόπος παρουσίασης τους απαιτεί εξειδικευμένη γνώση και σεβασμό στη νομοθεσία και στη δημοσιογραφική δεοντολογία.  Σε διαφορετική περίπτωση μπορεί να αποτρέψουν το θύμα από το να καταγγείλει το έγκλημα -και αυτό είναι ένα θέμα που πρέπει να μας απασχολήσει, δεδομένου ότι ειδικά το έγκλημα του βιασμού εξακολουθεί να αποτελεί ένα “σκοτεινό” έγκλημα που δεν καταγγέλλεται εξαιτίας της ντροπής και του φόβου του θύματος για δευτερογενή του θυματοποίηση.

 

Πηγή: postomodern.gr


_


Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια