Ticker

6/recent/ticker-posts

728x90

Ναζί κατάσκοποι στη σκιά της Αγίας Αικατερίνης

Φεβρουάριος του 1939. Οι φλόγες του πολέμου έχουν αρχίσει ν’ ανάβουν στην Ευρώπη. Οι δυνάμεις του Αξονα, Γερμανία και Ιταλία, και από την άλλη η Αγγλία έχουν αναπτύξει, στον μέγιστο
βαθμό, τα δίκτυα κατασκοπίας τους προσπαθώντας να αντλήσουν όσο γίνεται περισσότερα μυστικά του αντιπάλου.
Η Ελλάδα είναι ένα από τα μέρη που συγκεντρώνουν μεγάλο ενδιαφέρον. Οι Ιταλοί κατέχοντας τα Δωδεκάνησα μπορούσαν να έχουν ικανοποιητική πρόσβαση σε πληροφορίες.
Ομως, ακριβώς λόγω της κατοχής, οι σχέσεις τους με την Ελλάδα ήταν διαταραγμένες. Αντίθετα, Αγγλοι και Γερμανοί κατάφερναν ν’ αναπτύσσουν ανενόχλητοι δράση στην Αθήνα.
Οι πρώτοι λόγω της «επίσημης» ελληνικής τοποθέτησης και οι δεύτεροι χάρη στην ιδεολογική συγγένεια και όχι μόνο με τον δικτάτορα Μεταξά.
Οταν, όμως, «διασταυρώνονταν» οι… δρόμοι Αγγλων και Γερμανών, τα πράγματα δυσκόλευαν για τις ελληνικές αρχές, όπως έγινε στα τέλη εκείνης της χρονιάς, με την υπόθεση του Αγγλου Αρθουρ Αλμπερτ Τέστερ, του «μυστηριώδους [άνδρα] με το μονόκλ», όπως αποκαλούνταν.
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον ξετυλίγεται στον Πειραιά μια περίεργη υπόθεση κατασκοπίας, για την οποία υπάρχουν, μέχρι σήμερα, πολλές «σκοτεινές» πτυχές, καθώς η δικτατορία Μεταξά είχε ρίξει «πέπλο σιωπής».
Ετσι, για πολλά χρόνια, η ιστορία αναπαραγόταν από στόμα σε στόμα, εμπλουτισμένη με μυθεύματα, αφήνοντας τη «σκιά» της κατασκοπίας σε βάρος του Ιταλού πολιτικού μηχανικού Βικέντιου (Βιτσέντζο) Καϊβάνο.
Με αυτόν τον τρόπο, όμως, η φιλογερμανική κυβέρνηση Μεταξά άφηνε στην «αφάνεια» τη δράση ενός μεγάλου δικτύου Γερμανών κατασκόπων, που αποκαλύφθηκε, το ίδιο διάστημα, με αφορμή την άφιξη στην Αθήνα της Γερμανίδας Βιλχελμίνας Κόρτους και δρούσε ανενόχλητο…
Η περίεργη υπόθεση κατασκοπίας είχε επίκεντρο την εκκλησία της Αγίας Αικατερίνης, κοντά στην πλατεία Αλεξάνδρας, που ανεγέρθηκε το 1938, με έξοδα του Καϊβάνο, για να στεγάσει το ταριχευμένο πτώμα της συζύγου του, Αικατερίνης. 
Πραγματικά το φέρετρο τοποθετήθηκε σε ένα κλίτος, στο υπόγειο μικρό εκκλησάκι, που είναι αφιερωμένο στον Αγιο Βικέντιο.

Στη σκιά της Αγίας Αικατερίνης

Η Γερμανίδα κατάσκοπος Βιλχελμίνα Κόρτους βρισκόταν στον Πειραιά τις ημέρες της υπόθεσης με επίκεντρο την Αγία Αικατερίνη
Η  Βιλχελμίνα Κόρτους έφτασε, στις 13 Φεβρουαρίου, στην Αθήνα με πλαστό γιουγκοσλαβικό διαβατήριο, δηλώνοντας στις αρχές ότι θα εργαστεί ως ντεκορατρίς. Ηταν μια 25χρονη ψηλή ξανθή κοπέλα, με γαλανά μάτια και λεπτά χαρακτηριστικά, η οποία κατέλυσε στο ξενοδοχείο «Μινέρβα» στον Πειραιά. (Πηγή: Σαράντος Π. Αντωνάκος, «Αστυνομικά Χρονικά» τεύχος 512-513, Ιανουάριος-Φεβρουάριος 1979)
Η ωραία Βιλχελμίνα, που εκτός από τα γερμανικά μιλούσε γαλλικά, ιταλικά, σερβικά και αρκετά καλά ελληνικά, εμφανιζόταν να εργάζεται σε κατάστημα της οδού Βουκουρεστίου, στην Αθήνα. Παράλληλα έκανε διάφορες επαφές.
Λίγες ημέρες μετά την άφιξη της Γερμανίδας κατασκόπου, στις 24 Φεβρουαρίου, συμβαίνει στην παραπάνω εκκλησία ένα περίεργο περιστατικό.
Οπως έγραψε ο Καϊβάνο σε ένα σύγγραμμα για το «Ιστορικόν της εκκλησίας» (Κωνσταντινούπολη, Αύγουστος 1939), ο φίλος του Κων. Δ. Πάμφιλος του έγραψε σε επιστολή ότι έγινε, την παραπάνω ημερομηνία, στον ναό μια διάρρηξη.
Σύμφωνα με τον Καϊβάνο, ο δράστης, που «είχε προμελετήση τα πάντα», μπήκε από ένα παράθυρο του ιερού της εκκλησίας. Προχώρησε στον κυρίως ναό και αφαίρεσε το ασήμι από μια μικρή εικόνα της Αγίας Αικατερίνης, που την είχε αφιερώσει ένας Πειραιώτης χρυσοχόος.
Χωρίς να πειράξει τίποτε άλλο ο «διαρρήκτης» κατέβηκε στον υπόναο και μπήκε μέσα σπάζοντας τη σιδερένια πόρτα.
Αμέσως κατευθύνθηκε στο ασημένιο φέρετρο και αφού το παραβίασε με έναν λοστό, το άνοιξε και ξεσκέπασε τη σορό της γυναίκας.
Εκεί υπήρχε πολύ μεγάλη ποσότητα από ασήμι, στην ενδυμασία της και σε ένα στεφάνι πάνω από το κεφάλι της.
Ωστόσο, ο «διαρρήκτης» έφυγε από εκεί χωρίς να πειράξει το παραμικρό, αρκούμενος στα λίγα δράμια ασημιού της μικρής εικόνας!
Ο πιστός Ιταλός το απέδωσε σε «θαύμα». Αλλος θα έλεγε ότι κάποιος ήθελε να εμφανίσει την περίεργη νυχτερινή επίσκεψη στον ναό σαν διάρρηξη, κρύβοντας τον πραγματικό σκοπό της.
Πάντως, τα ερωτήματα είναι πολλά. Γιατί οι εφημερίδες δεν έγραψαν το παραμικρό για τη… διάρρηξη σε μια εκκλησία;
Μήπως «έκοψε» την είδηση η λογοκρισία της δικτατορίας; Γιατί οι αρχές δεν ενημέρωσαν ποτέ τον Καϊβάνο;
Ο Ιταλός στο σύγγραμμά του αναφέρει πως ο φίλος του τον ενημέρωσε ότι ο δράστης συνελήφθη. Ποιος ήταν; Είχε κάποια σχέση με την Κόρτους, η οποία -κατά την αστυνομία- είχε «αρκετά περίεργες γνωριμίες»Αγνωστο.
Πάντως, από το Τμήμα Αλλοδαπών Πειραιά αρχίζει να παρακολουθείται συστηματικά η Γερμανίδα και διαπιστώνονται συναντήσεις της «με τον Ελληνα πράκτορα των Γερμανών Α.Κ., πρώην υπάλληλο του υπουργείου Ναυτικών». (Πηγή: Σ.Π. Αντωνάκος, ό.π.)
Εκείνες τις μέρες όπως αναφέρθηκε, πολλά χρόνια αργότερα, σε ρεπορτάζ στην εφημερίδα «Μακεδονία» (φ. 28 Οκτωβρίου 1969) η «βρετανική κατασκοπία […] ανεκάλυψε ότι κάπου από τον Πειραιά εξεπέμποντο κρυπτογραφημένα σήματα».
Αριστερά, η Αικατερίνη Λεμπέση-Καϊβάνο. Δεξιά, το εξώφυλλο του συγγράμματος του Βικέντιου Καϊβάνο για το «Ιστορικόν της εκκλησίας».άτω, φωτογραφία του υποναού της Αγίας Αικατερίνης, με το φέρετρο της Αικατερίνης Καϊβάνο .
↳ Αριστερά, η Αικατερίνη Λεμπέση-Καϊβάνο. Δεξιά, το εξώφυλλο του συγγράμματος του Βικέντιου Καϊβάνο για το «Ιστορικόν της εκκλησίας» (Κωνσταντινούπολη, Αύγουστος 1939. Βιβλιοθήκη Ελληνικού Προξενείου Κων/πολης). Κάτω, φωτογραφία του υποναού της Αγίας Αικατερίνης, με το φέρετρο της Αικατερίνης Καϊβάνο (Από το σύγγραμμα του Βίκεντιου Καϊβάνο για το «Ιστορικόν της εκκλησίας»).
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, ακολούθησαν έρευνες, με τη χρήση ραδιογωνιόμετρων, και η αστυνομία έφτασε στον υπόγειο ναό.
Ακολούθησε επισταμένη έρευνα με ειδικά όργανα και ανακαλύφθηκε «ένα χωριστό διαμέρισμα (σ.σ. κάποια κρύπτη;) δίπλα στο κεφάλι της νεκράς». Εκεί υπήρχε μια πανίσχυρη μονάδα εκπομπής βραχέων κυμάτων.
Ομως, ακόμα και τότε δεν ανακοινώνεται τίποτα στις εφημερίδες. Αντίθετα, διοχετεύονται μακροσκελή, πανομοιότυπα ρεπορτάζ για συλλήψεις «ανθρώπων της Μόσχας», μελών του ΚΚΕ.
Πάντως, στο επίνειο τα νέα κυκλοφορούν γρήγορα και από στόμα σε στόμα διανθίζονται με «γαργαλιστικές» λεπτομέρειες, για δήθεν παρεμβολές στο ραδιόφωνο του κοντινού στην εκκλησία τουρκικού προξενείου, ιταλικά υποβρύχια που προσέγγιζαν στο λιμάνι, σύλληψη και εκτέλεση (!) του Καϊβάνο κ.ά.
Το γεγονός ότι ο Ιταλός μηχανικός έλειπε 5-6 μήνες από την Ελλάδα δεν φαινόταν να το λαμβάνει κανένας υπόψη…
Πλήθος κόσμου συγκεντρωνόταν καθημερινά στην εκκλησία του «διάσημου κατασκόπου» και κατέβαιναν στον υποναό για να δουν από κοντά τον τόπο της κατασκοπίας.
Παρ' όλη την αναστάτωση που περιγράφει παραστατικά στο σύγγραμμά του ο Ιταλός, οι ελληνικές εφημερίδες συνεχίζουν να μην αναφέρουν το παραμικρό.
Ομως, το θέμα φτάνει στη γαλλική εφημερίδα «Paris-Soir».
Η γαλλική εφημερίδα «Paris΅-Soir» της 1ης Μαΐου 1939 για την κατασκοπία του Αξονα στην Ελλάδα, με αναφορά στην υπόθεση Καϊβάνο.
Η γαλλική εφημερίδα «Paris-Soir» της 1ης Μαΐου 1939 για την κατασκοπία του Αξονα στην Ελλάδα, με αναφορά στην υπόθεση Καϊβάνο.
Ο Γάλλος ακαδημαϊκός Gerome Tharaud σε ανταπόκρισή του από την Αθήνα, που δημοσιεύεται την 1η Μαΐου 1939, αναφέρει την υπόθεση Καϊβάνο σε ένα εκτενές ρεπορτάζ για την κατασκοπία των δυνάμεων του Αξονα στην Ελλάδα.
Το δημοσίευμα φαίνεται ότι οδηγεί τον Ιταλό να επισπεύσει την επιστροφή του από την Κωνσταντινούπολη, η οποία θα γινόταν στα τέλη Μαΐου.
Φτάνοντας στις 8 Μαΐου με πλοίο στον Πειραιά θέλησε να δημοσιεύσει στις εφημερίδες την άφιξή του και την επικείμενη τέλεση του μνημόσυνου της συζύγου του, για να διαψεύσει έμμεσα τις φήμες για δήθεν σύλληψή του.
Ωστόσο, με θλίψη, όπως γράφει ο ίδιος, διαπιστώνει ότι οι εφημερίδες αρνούνται να κάνουν οποιαδήποτε δημοσίευση.
Είναι πλέον ξεκάθαρο ότι η κυβέρνηση Μεταξά δεν θέλει να δημοσιοποιηθεί το θέμα. Ισως γιατί θα έπρεπε να αναδειχθούν οι πραγματικές πλευρές του και αυτό δεν το ήθελαν οι «φίλοι» Γερμανοί.
Ομως, για τον 55χρονο μηχανικό η αποκατάσταση του ονόματός του, κυρίως για τους συγγενείς του στην Ελλάδα, ήταν πρωτεύον ζήτημα.
Είναι άγνωστο εάν απευθύνθηκε στην Αστυνομία. Ομως πήγε στο τουρκικό προξενείο, όπου τον διαβεβαίωσαν ότι δεν είχαν διαπιστώσει καμία παρεμβολή στο ραδιόφωνό τους, και στη συνέχεια πήγε στον τότε μητροπολίτη Αθηνών Χρύσανθο.Η τελευταία αυτή συνάντηση είχε θετικό αποτέλεσμα.
Στις 10 Μαΐου δημοσιεύεται σε αρκετές εφημερίδες («Ακρόπολις», «Ελληνικόν Μέλλον» κ.ά.) η παρακάτω ανακοίνωση:
«Η Αρχιεπισκοπή Αθηνών δηλοί, ότι αι περί του εν Πειραιεί Ορφανοτροφειακού ναού της Αγίας Αικατερίνης του υπό του κ. Βενεδείκτου Καϊβάνο ιδρυθέντος εις μνήμην της μακαρίτιδος Ελληνίδος το γένος και Ορθοδόξου το δόγμα συζύγου αυτού Αικατερίνης διαδόσεις αίτινες ανεγράφησαν εν τω φύλλω της 1ης Μαΐου της εν Παρισίοις εκδιδομένης εφημερίδος "Παρί Σουάρ" είναι τελείως ανυπόστατοι και εκφράζει την επί ταύταις βαθείαν θλίψην αυτής».
Η προσεκτικά διατυπωμένη ανακοίνωση διέψευδε το δημοσίευμα, που ενέπλεκε προσωπικά τον Καϊβάνο σε υπόθεση κατασκοπίας, αλλά απέφευγε οποιαδήποτε αναφορά για το εάν έγινε έρευνα και τι βρέθηκε στον ναό.
Στο μεταξύ η Βιλχελμίνα Κόρτους αν και παρακολουθούνταν από τη Διεύθυνση Αλλοδαπών φεύγει, ανενόχλητη, αεροπορικώς για τη Ρώμη.
Ομως, στο αεροδρόμιο ένας αστυνομικός καταφέρνει να της αποσπάσει, με ένα τέχνασμα, έναν φάκελο με ονόματα Γερμανών που εμφανίζονταν ως εργαζόμενοι σε ελληνικά εργοστάσια, αλλά στην πραγματικότητα ήταν πράκτορες, οι οποίοι «αλώνιζαν» στη χώρα μας μέχρι την Κατοχή…
Από την άλλη, ο Καϊβάνο παρέμεινε στην Ελλάδα μέχρι την τέλεση του μνημόσυνου της συζύγου του, στις 21 Μαΐου 1939 και αναχώρησε, χωρίς καμία ενόχληση από τις ελληνικές αρχές, για την Κωνσταντινούπολη, απ’ όπου φαίνεται να επέστρεφε, κατά διαστήματα, μετά το τέλος του πολέμου.

Η ανέγερση του ναού

Εφημερίδα «Ακρόπολις» 7.5.1938. Δημοσίευμα με το ιστορικό του ναού της Αγίας Αικατερίνης πριν από την άφιξη του ταριχευμένου λείψανου στον Πειραιά.
Εφημερίδα «Ακρόπολις» 7.5.1938. Δημοσίευμα με το ιστορικό του ναού της Αγίας Αικατερίνης πριν από την άφιξη του ταριχευμένου λείψανου στον Πειραιά.
Από… χίλια κύματα πέρασε η ανέγερση της εκκλησίας, που θα στέγαζε τη σορό της Αικατερίνης Καϊβάνο, καθώς συναντούσε μεγάλες αντιδράσεις.
Η φιλάνθρωπος γυναίκα, γόνος πειραϊκής οικογένειας, είχε πεθάνει τον Μάιο του 1934, στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί ζούσε με τον σύζυγό της Βικέντιο, με τον οποίο παντρεύτηκαν το 1906 και απέκτησαν πέντε παιδιά.
Μετά τον θάνατό της, σεβόμενος την τελευταία επιθυμία της, ο σύζυγός της ξεκίνησε προσπάθειες να ανεγείρει έναν ναό, όπου θα τοποθετούνταν η σορός της και τα έσοδά του θα διετίθεντο σε ορφανοτροφείο. Γι’ αυτός ο ναός είχε το προσωνύμιο «Ορφανοτροφειακός».
Ο Καϊβάνο αποκαλύπτει σε σύγγραμμά του ότι οι πρώτες συζητήσεις για την ανέγερση του ναού έγιναν με την Κοινότητα Εκάλης, την Κοινότητα Γλυφάδας και την Κοινότητα στην περιοχή του Ερυθρού Σταυρού, όπου βρίσκεται σήμερα η εκκλησία της Αγίας Τριάδας, αλλά συνάντησε αρνήσεις και έτσι κατέληξε στον Πειραιά.
Ωστόσο, ακόμα και στην πόλη καταγωγής της συζύγου του συνάντησε την άρνηση της δημοτικής αρχής να του παραχωρήσει χώρο στην πλατεία Αλεξάνδρας.
Γι’ αυτό αναγκάστηκε ν’ αγοράσει ένα οικόπεδο αντί 3.175.000 δραχμών, πολύ μεγάλο ποσό για την εποχή.
Επειτα από πολλά εμπόδια ο ναός ολοκληρώθηκε τον Μάιο του 1938 και με μια λαμπρή τελετή έφτασε στον Πειραιά η ταριχευμένη σορός της «κτήτορος» του ναού και τοποθετήθηκε στον υποναό. Εκεί παρέμεινε μέχρι τη δεκαετία του 1980, οπότε απομακρύνθηκε.

Ο άνδρας με το μονόκλ

Ο Βρετανός Αρθουρ Αλμπερτ Τέστερ, μία από τις πιο «σκοτεινές» μορφές κατασκόπων του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου
Ο Βρετανός Αρθουρ Αλμπερτ Τέστερ, μία από τις πιο «σκοτεινές» μορφές κατασκόπων του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου
Ο Αγγλος Αρθουρ Αλμπερτ Τέστερ αποτελεί μία από τις πιο «σκοτεινές» μορφές κατασκόπων του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου καθώς, μάλιστα, στα αρχεία των βρετανικών υπηρεσιών υπάρχουν, μέχρι σήμερα, έγγραφα που παραμένουν απόρρητα και δεν δημοσιοποιούνται.
Από όσα έχουν γίνει γνωστά, προκύπτει ότι ο Τέστερ λίγους μήνες πριν από την ιταλική επίθεση στην Ελλάδα βρισκόταν στην Αθήνα, έχοντας στενή συνεργασία με τους ναζί.
Ομως, όταν η παρουσία του έγινε αντιληπτή από τους Αγγλους αναγκάστηκε να καταφύγει στη Ρουμανία. Εκεί παρέμεινε στη διάρκεια του πολέμου και εκμεταλλευόμενος τη ναζιστική αντιεβραϊκή νομοθεσία άρπαξε πολλές επιχειρήσεις και έγινε αφανής «αρχηγός» της τοπικής Γκεστάπο.
«Ο μυστηριώδης (άνδρας) με το μονόκλ», όπως αποκαλούνταν, είχε γεννηθεί το 1898 στη Στουτγάρδη, όπου ο πατέρας του, Φρεντ, υπηρετούσε ως πρόξενος της Βρετανίας, και σπούδασε Νομικά και Φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο της πόλης.
Από τα φοιτητικά του χρόνια συνδέθηκε με τους Γκέρινγκ και Γκέμπελς και ανέπτυξε στενές σχέσεις με ηγέτες των ναζί.
Ο Τέστερ έκανε δύο γάμους και απέκτησε πέντε παιδιά αλλά, όπως φαίνεται από στοιχεία της βρετανικής Αστυνομίας, άρχισε, από το 1924-25, να αναπτύσσει τυχοδιωκτική δράση σε όλη την Ευρώπη, απασχολώντας τις αρχές του Βελγίου, της Γαλλίας και της Ολλανδίας.
Μάλιστα, έχει καταγραφεί ότι στο Παρίσι θεωρήθηκε κατάσκοπος της Γερμανίας, στην οποία διέφυγε για ν’ αποφύγει τη σύλληψη.
Αργότερα, εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στο Λονδίνο εμφανιζόμενος ως επιχειρηματίας. Ηταν από τα ιδρυτικά μέλη και χρηματοδότης της Βρετανικής Φασιστικής Ενωσης του Μόσλεϊ.
Οι εμφανείς στενές σχέσεις του με ναζί και οι φήμες για χρηματοδότηση δραστηριοτήτων του από τη Γερμανία άρχισαν, το 1938, να απασχολούν τον αγγλικό Τύπο και ακολούθως τη Βουλή.
Ρουμάνοι ερευνητές θεωρούν ότι κατά τη συζήτηση στη βρετανική Βουλή οι αναφορές που έγιναν στο όνομά του από τη Σκότλαντ Γιαρντ ήταν τα θεμέλια της μελλοντικής συνεργασίας του με τις βρετανικές αρχές, που «είχαν διαμορφώσει το διπλό παιχνίδι στον χώρο της ευρωπαϊκής κατασκοπίας».
Στα βρετανικά αρχεία δεν υπάρχει (ή δεν δημοσιοποιείται) οτιδήποτε για συνεργασία του με τους Συμμάχους.
Αντίθετα, φαίνεται ότι το 1939 λίγο πριν από τη σύλληψή του ο Τέστερ εγκατέλειψε, με την οικογένειά του, το Λονδίνο και αναχώρησαν από το Πόρτσμουθ με το κότερό του «Λουσίντα» (Lucinda).
Από μεταγενέστερα δημοσιεύματα ξένων εφημερίδων και τα βρετανικά αρχεία φαίνεται ότι υπήρξαν αντικρουόμενες πληροφορίες για τις κινήσεις και τον προορισμό του. Πάντως, το φθινόπωρο του 1939, οι αρχές πληροφορούνται ότι βρίσκεται στη Γιουγκοσλαβία.
Αυτό έγινε όταν το αγγλικό πολεμικό ναυτικό εντόπισε το κότερο στη Μεσόγειο και προχώρησε στην κατάσχεσή του. Το πλήρωμα ανέφερε ότι ο Τέστερ και η οικογένειά του βρίσκονταν στο Βελιγράδι.
Από εκεί η οικογένειά του προωθήθηκε στη Γερμανία ενώ ο ίδιος, αφού έκανε ορισμένες… επιχειρηματικές επαφές, έφτασε στην Αθήνα, όπου έμενε μόνος του σε μια πολυτελή κατοικία στο κέντρο της πόλης.
Στις 8 Φεβρουαρίου 1940 η βρετανική αστυνομία ξαναβρίσκει τα ίχνη του.
Ενας Αγγλος επιχειρηματίας ενημέρωσε ότι επιθυμώντας να κλείσει συμφωνίες για την αγορά ελληνικών και γιουγκοσλαβικών καπνών ήρθε σε επαφή με μια εταιρεία στη Γιουγκοσλαβία.
Οπως διαπίστωσε, πίσω απ’ αυτή βρισκόταν «ένας άνθρωπος με το επώνυμο Τέστερ, που λέγεται ότι είναι στην Αθήνα».
Ο επιχειρηματίας εξέφρασε την εκτίμηση ότι ο Τέστερ είναι αυτός που είχε απασχολήσει τον βρετανικό Τύπο και του είχε κατασχεθεί το κότερο.
Γι’ αυτό πρότεινε όταν πήγαινε ο ίδιος στην Αθήνα, εάν οι αρχές πίστευαν πως ο Τέστερ «εργάζεται για το γερμανικό συμφέρον», να επεδίωκε να τον συναντήσει για να εκμαιεύσει πληροφορίες. Είναι άγνωστο εάν έγινε αυτή η συνάντηση.
Ομως, όταν γίνεται αντιληπτή η παρουσία του στην Ελλάδα ο Τέστερ αναχωρεί και εμφανίζεται, πλέον, στη Ρουμανία, όπου κατά τους Ρουμάνους ερευνητές υπάρχουν ενδείξεις ότι είχε ρόλο «διπλού κατασκόπου».
Τελικά, το φθινόπωρο του 1944 γίνεται γνωστό ότι «ο Αγγλος με τη γερμανική προφορά» σκοτώθηκε από σφαίρα Ρουμάνου συνοροφύλακα ενώ προσπαθούσε να φύγει στην Ουγγαρία.
Ομως, πολύ σύντομα υπήρξαν δημοσιεύματα ότι ο Τέστερ ήταν ζωντανός. Είχε τραυματιστεί από τη σφαίρα, αλλά θέλοντας να φανεί ότι ήταν νεκρός τοποθέτησε ένα πτώμα στο αυτοκίνητο και έβαλε φωτιά, ώστε να μην αναγνωρίζεται.
Ακολούθως, άφησε σε εμφανές σημείο την τσιγαροθήκη του και το διαβατήριό του με υπογραφή του Χίτλερ και διέφυγε στην Ουγγαρία.
Αργότερα είχε αναφερθεί ότι μετά τον πόλεμο κατέφυγε σε πορτογαλική αποικία της Δυτικής Αφρικής. Ομως, το 1954 βρετανικό δικαστήριο έκρινε ότι ο Τέστερ είχε πεθάνει από το 1944.
efsyn.gr
_


Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια